ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2011

Κάλλιστος και Ιγνάτιος οι Ξανθόπουλοι: Μέθοδος και κανόνας ακριβής - Κεφάλαιο 13

Εύλογα παραγγέλλουν οι άγιοι Πατέρες μας με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος που είχαν μέσα τους, να προσευχόμαστε στον Κύριό μας Ιησού Χριστό και από Αυτόν να ζητούμε το έλεος.

13. Γι' αυτό λοιπόν και οι ένδοξοι οδηγοί μας και διδάσκαλοι πάρα πολύ σοφά και με το φωτισμό του Παναγίου Πνεύματος που κατοικούσε μέσα τους, διδάσκουν ότι, πριν από κάθε καλή εργασία και μελέτη, όλοι οι Χριστιανοί, ιδιαίτερα όμως εκείνοι που θέλουν να μπουν στο στάδιο της θεοποιού ησυχίας και να αφιερωθούν στο Θεό και ν' αποκοπούν από τον κόσμο και να ησυχάζουν ορθά, πρέπει να προσεύχονται στον Κύριο και από Αυτόν να ζητούν επίμονα χωρίς δισταγμό το έλεος Του.


Κάλλιστος και Ιγνάτιος οι Ξανθόπουλοι: Μέθοδος και κανόνας ακριβής - Κεφάλαιο 12

Η δωρεά και η επέλευση του Αγίου Πνεύματος από το Θεό Πατέρα στους πιστούς, χαρίζεται με τη δύναμη του Ιησού Χριστού και στο άγιο όνομά Του.

12. Ασφαλώς και η δωρεά του Αγίου Πνεύματος από το Θεό Πατέρα στους πιστούς και η επιφοίτησή του χαρίζεται με τη δύναμη του Ιησού Χριστού και στο άγιο όνομά Του, όπως λέει ο ίδιος ο υπέρθεος και φιλόψυχος Κύριος Ιησούς Χριστός προς τους Αποστόλους: «Σας συμφέρει να φύγω εγώ. Γιατί αν δε φύγω, δε θα έρθει σε σας ο Παράκλητος. Αν όμως πάω εκεί, θα τον στείλω σε σας»(Ιω. 16, 7), και: «Όταν έρθει ο Παράκλητος, που θα σας τον στείλω εγώ από τον Πατέρα, το Πνεύμα της αλήθειας, που εκπορεύεται από τον Πατέρα»(Ιω. 15, 26), και πάλι: «Ο Παράκλητος, το Άγιο Πνεύμα, που θα στείλει στ' όνομά μου ο Πατέρας μου»(Ιω. 14, 26).

------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, ε΄τόμος, σελ. 28)

Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2011

Άγιος Νεόφυτος ο έγκλειστος: Εγκώμιον εἰς τον άγιο και ένδοξο μεγαλομάρτυρα του Χριστού, ΔΗΜΗΤΡΙΟ

Νεοφύτου πρεσβυτέρου μοναχού και εγκλείστου εγκωμιαστικός λόγος στον άγιο και ένδοξο μεγαλομάρτυρα του Χριστού Δημήτριο καθώς και σχετικά με το μαρτύριο, τα θαύματα και το σεβάσμιο ναό του.

1. Ο ένδοξος Δημήτριος και συμμέτοχος στην ουράνια δόξα, μάς χάρισε σήμερα την πανήγυρή του ως υπέρτατο δώρο. Εμπρός λοιπόν και εμείς, που αποτελούμε το θίασο εκείνων που αγαπούν το μάρτυρα, ας τον τιμήσουμε με θεόπνευστους ύμνους και εγκώμια, για να μας ωφελήσει ο φίλος και μάρτυρας ως μεσολαβητής στο βασιλέα Χριστό.

Παρασκευή 21 Οκτωβρίου 2011

υπ/γος ε.α. Δημήτριος Γεδεών: Ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος 1940-41 - Οι χερσαίες επιχειρήσεις (Β΄ μέρος - Η δεύτερη περίοδος)

Έλληνες στρατιώτες στο αλβανικό μέτωπο
Η ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟΪΤΑΛΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
Το Ελληνικό ΓΣ μετά την επιτυχή έκβαση της αναχαίτισης της ιταλικής εισβολής, έλαβε τις παρακάτω αποφάσεις:

• Σε πρώτη φάση να μετακινήσει το σύνολο των δυνάμεών του δυτικά του ορεινού όγκου της Πίνδου και να εξασφαλίσει τον ανεφοδιασμό τους μέσω της αμαξιτής οδού Κορυτσά - Ερσέκα - Λεσκοβίκι - Μέρτζανη - Ιωάννινα. Η λύση αυτή επιλέχθηκε επειδή παρουσίαζε μεγάλη ευκολία ανεφοδιασμού των δυνάμεων που ενεργούσαν στις ορεινές περιοχές και παρείχε δυνατότητα ταχύτερης μετακίνησης δυνάμεων από το ένα τμήμα του θεάτρου επιχειρήσεων στο άλλο, δηλαδή από την Ηπειρο στη Δυτική Μακεδονία, σε σύγκριση με το δρομολόγιο Κορυτσά - Καστοριά - Γρεβενά - Καλαμπάκα - Μέτσοβο - Ιωάννινα.


Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2011

υποστράτηγος ε.α. Δημήτριος Γεδεών: Ο Ελληνοϊταλικός πόλεμος 1940-41 - Οι χερσαίς επιχειρήσεις (Α΄ μέρος)


Ιω. Μεταξάς
Στις 03:00 της 28ης Οκτωβρίου ο ιταλός πρέσβης στην Ελλάδα, Γκράτσι, εκτελώντας όπως ο ίδιος είπε μια από τις πιο επαίσχυντες αποστολές του, παρουσίασε στον Έλληνα πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά το τελεσίγραφο της κυβέρνησής του για να εισπράξει την αναμενόμενη σε τέτοιες περιπτώσεις ελληνική απάντηση. Ο Β΄ Παγκόσμιος πόλεμος κτύπησε την πόρτα και της Ελλάδας, παρά τις προσπάθειες τις οποίες η χώρα είχε καταβάλλει για να τον αποφύγει.
 
Στις 04.45 της 28ης Οκτωβρίου 1940, ο διοικητής της VIII Μεραρχίας Πεζικού στην Ηπειρο, υποστράτηγος Χαράλαμπος Κατσιμήτρος, εξέδωσε την παρακάτω λακωνική διαταγή προς τις μονάδες της Μεραρχίας του:

"-Ο Ιταλός πρέσβυς εζήτησεν από την Κυβέρνησιν να διέλθουν σήμερον, την 6ην πρωινήν ώραν, ιταλικά στρατεύματα δια του εδάφους μας.


Παρακλητικός Κανών εις τον Μεγαλομάρτυρα Άγιον ΔΗΜΗΤΡΙΟΝ τον Μυροβλύτην

Ευλογήσαντος του ιερέως λέγομεν τον Ψαλμόν ΡΜΒ΄ (142)
Κύριε εισάκουσον της προσευχής μου, ενώτισαι την δέησίν μου εν τη αληθεία σου, εισάκουσόν μου εν τη δικαιοσύνη σου.
Και μη εισέλθεις εις κρίσιν μετά του δούλου σου, ότι ου δικαιωθήσεται ενώπιόν σου πας ζων.
Ότι κατεδίωξεν ο εχθρός την ψυχήν μου. εταπείνωσεν εις γην την ζωήν μου.
Εκάθισέ με εν σκοτεινοίς, ως νεκρούς αιώνος. Και ηκηδίασεν επ’ εμέ το πνεύμα μου, εν εμοί εταράχθη η καρδία μου.
Εμνήσθην ημερών αρχαίων, εμελέτησα εν πάσι τοις έργοις σου, εν ποιήμασι των χειρών σου εμελέτων. Διεπέτασα προς σε τα χείρας μου. η ψυχή μου ως γη άνυδρός σοι.
Ταχύ εισάκουσόν μου, Κύριε, εξέλιπε το πνεύμα μου.
Μη αποστρέψεις το πρόσωπόν σου απ’ εμού, και ομοιωθήσομαι τοις καταβαίνουσιν εις λάκκον.
Ακουστόν ποίησον μοι το πρωί το έλεός σου, ότι επί σοι ήλπισα.
Γνώρισόν μοι, Κύριε, οδόν, εν η πορεύσομαι, ότι προς σε ήρα την ψυχήν μου.
Εξελού με εκ των εχθρών μου, Κύριε. προς σε κατέφυγον, δίδαξόν με του ποιείν το θέλημά σου, ότι συ ει ο Θεός μου.
Το Πνεύμα σου το αγαθόν οδηγήσει με εν γη ευθεία. ένεκεν του ονόματός σου, Κύριε, ζήσεις με.
Εν τη δικαιοσύνη σου εξάξεις εκ θλίψεως την ψυχήν μου, και εν τω ελέει σου εξολοθρεύσεις τους εχθρούς μου. και απολείς πάντας τους θλίβοντας την ψυχήν μου, ότι εγώ δούλός σού ειμί.
 

Συμεών μοναχός και φιλόσοφος: Εγκωμιαστικός λόγος στον άγιο και πανένδοξο μεγαλομάρτυρα του Χριστού, ΔΗΜΗΤΡΙΟ

Μετάφραση: Πέτρος Βλαχάκος

1. Φίλοι του μάρτυρα, σήμερα μάς συγκέντρωσε ο σπουδαίος ανάμεσα στους αγωνιστές του Χριστού Δημήτριος, ο αληθινός πολιούχος και θερμότατος προστάτης μας, προσφέροντάς μας τους άθλους του σε πνευματικό συμπόσιο.

Τετάρτη 19 Οκτωβρίου 2011

Κάλλιστος και Ιγνάτιος οι Ξανθόπουλοι: Μέθοδος και κανόνας ακριβής - Κεφάλαιο 11

Με αυτά τα τρία διαπλέκονται όλες οι αρετές.

11. Αν θελήσει κανείς να εξετάσει λεπτομερώς και με ενάργεια αυτό το τρίκλωνο και κατά κάποιο τρόπο άρρηκτο σχοινί, θα βρει να κρέμεται απ' αυτό και να είναι υφασμένη μαζί του όλη η άφθαρτη και θεόφτιαχτη πορφύρα των αρετών.

Γιατί η κατά Θεόν ζωή είναι σαν μιά πολύτιμη αλυσίδα και μιά χρυσοποίκιλτη σειρά, όπου η μία αρετή είναι δεμένη αρμονικά από την άλλη, ταιριασμένες όλες σε μία ενότητα, και όλες μαζί οι αρετές συμπληρώνουν ένα έργο, το οποίο είναι να θεωθεί ο άνθρωπος που ζει απόλυτα με αυτές.


Κάλλιστος και Ιγνάτιος οι Ξανθόπουλοι: Μέθοδος και κανόνας ακριβής - Κεφάλαιο 10

Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός κατά τον καιρό του σωτηρίου πάθους Του αυτά άφησε στους Μαθητές Του σαν αποχαιρετιστήριες εντολές και θεία κληρονομιά, όπως επίσης και μετά την ανάσταση.

10. Γι' αυτό και ο ίδιος ο πανάγαθος και γλυκύτατος Κύριός μας Ιησούς Χριστός, και όταν έφτασε για χάρη μας στο εκούσιο πάθος Του, και όταν φανερώθηκε στους Αποστόλους μετά την ανάσταση, αλλά και όταν έμελλε να ξαναγυρίσει στον κατά φύση δικό Του και κατά χάρη δικό μας Πατέρα, άφησε όλα αυτά στους δικούς Του ως πατέρας γνήσιος και φιλόστοργος, σαν αποχαιρετιστήριες εντολές και παρηγοριές ευχάριστες και ενέχυρα ισχυρά, ή μάλλον αναφαίρετη θεόσδοτη κληρονομιά.


Σάββατο 15 Οκτωβρίου 2011

Άγιος Συμεών ο νέος θεολόγος: Σύντομη βιογραφία και εισαγωγικά σχόλια

Σύντομη βιογραφία: Ο αγιότατος πατέρας μας Συμεών, ο οποίος για το θεόσδοτο χάρισμα της θεολογίας που έλαβε, επονομάστηκε Νέος Θεολόγος, έζησε στα χρόνια του Κωνσταντίνου Πορφυρογέννητου, γύρω στο 1000 μ.Χ. Υπήρξε μαθητής του Συμεών που επονομαζόταν Ευλαβής, από τον οποίο γυμνάστηκε στους ασκητικούς αγώνες. Και έφτασε σε τόσο ύψος αρετής και απάθειας, και αξιώθηκε να λάβει τόσο πλούσια τη θεία χάρη, ώστε είναι σχεδόν αδύνατο να γράψει κανείς τα σχετικά με αυτόν, όπως εξιστορεί διεξοδικότατα η μακροσκελής βιογραφία του.

Παρασκευή 14 Οκτωβρίου 2011

Συμεών ο νέος Θεολόγος: 154 Πρακτικά και θεολογικά κεφάλαια (μέρος Α΄, κεφ. 1-50)

 
(Όσιος Συμεών ο νέος θεολόγος)
 
1. Πίστη εἶναι νὰ πεθάνει κανεὶς γιὰ τὸ Χριστὸ καὶ γιὰ χάρη τῆς ἐντολῆς Του, πιστεύοντας ὅτι ὁ θάνατος αὐτὸς θὰ τοῦ γίνει πρόξενος ζωῆς· νὰ θεωρεῖ τὴ φτώχεια σὰν πλοῦτο, τὴν εὐτέλεια καὶ τὴν ἀσημότητα σὰν ἀληθινὴ δόξα καὶ κοινωνικὴ λάμψη· καὶ νὰ πιστεύει ὅτι μὲ τὸ νὰ μὴν ἔχει τίποτε, κατέχει τὰ πάντα ἢ μᾶλλον ἀπέκτησε τὸν ἀνεξερεύνητο πλοῦτο τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ Χριστοῦ, καὶ ὅλα τὰ ὁρατὰ νὰ τὰ βλέπει σὰν λάσπη ἢ καπνό.

Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2011

Συμεών ο νέος Θεολόγος: 154 Πρακτικά και θεολογικά κεφάλαια (μέρος Β΄, κεφ. 51-100)

51. Εκείνος που φοβάται τον Κύριο, δε φοβάται τις επιθέσεις των δαιμόνων, ούτε τις αδύναμες εφόδους τους, αλλά ούτε και τις απειλές των πονηρών ανθρώπων. Όντας ολόκληρος σαν κάποια φλόγα και φωτιά που καίει, όταν περπατεί νύχτα ή ημέρα σε επικίνδυνα και σκοτεινά μέρη, διώχνει τους δαίμονες, οι οποίοι, αυτοί μάλλον τον αποφεύγουν και όχι αυτός εκείνους, για να μην πυρποληθούν από τη φλόγα της θείας φωτιάς που ακτινοβολεί από αυτόν.

Τρίτη 11 Οκτωβρίου 2011

Συμεών ο νέος Θεολόγος: 154 Πρακτικά και θεολογικά κεφάλαια (μέρος Γ΄, κεφ. 101-154)

101. Ας σκεφτούμε πως θα δοξάσομε το Θεό. Ο Θεός δοξάζεται από μας, όχι με άλλον τρόπο, αλλά όπως δοξάστηκε από τον Υιό. Μ' εκείνα δηλαδή που δόξασε ο Υιός τον Πατέρα, δοξάστηκε με αυτά κι Εκείνος από τον Πατέρα. Αυτά κι εμείς ας φροντίσομε να πράξομε με επιμέλεια, για να δοξάσομε Εκείνον που καταδέχθηκε νά ονομαστεί Πατέρας μας επουράνιος και να δοξαστούμε από Αυτόν με τη δόξα που είχε ο Υιός από Αυτόν προτού δημιουργηθεί ο κόσμος. 

Σάββατο 8 Οκτωβρίου 2011

Όσιος Νικήτας ο Στηθάτος: Σύντομη βιογραφία και Εισαγωγικά σχόλια (Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών)

Σύντομη βιογραφία: Ο Νικήτας, ο οσιότατος πρεσβύτερος της μονής του Στουδίου, ο λεγόμενος Στηθάτος, έζησε γύρω στο 1030 μ.Χ., και χρημάτισε ο πιο γνήσιος μαθητής του Συμεών του Νέου Θεολόγου. Από αυτόν μυήθηκε πολλά μυστηριώδη μαθήματα της πνευματικής φιλοσοφίας, και τόσο πολύ μιμήθηκε τις αρετές του, ώστε να φαίνεται πράγματι σαν άλλος ήλιος δίπλα στο διδάσκαλό του, που αντανακλά στην ψυχή του όλες, να πούμε έτσι, τις φωτοειδείς ανταύγειες των χαρισμάτων και διδαγμάτων εκείνου.

Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2011

Νικήτας Στηθάτος: Α΄ Εκατοντάδα Πρακτικών Κεφαλαίων

1. Τέσσερις νομίζω είναι οι αιτίες, οι όποιες στα πλαίσια της τέλειας τριάδας των αρετών —πίστεως, ελπίδας και αγάπης— παρακινούν να γράφει τα ωφέλιμα εκείνον που ήδη ξεπέρασε το μέσο της αρχής και έφτασε προς την τριάδα της μυστικής θεολογίας. Πρώτη αιτία είναι η ελευθερία, η ίδια δηλαδή η απάθεια της ψυχής, η οποία με την κοπιαστική εργασία προόδευσε στη φυσική θεωρία της κτίσεως και από εκεί εισήλθε στο γνόφο της θεολογίας.

πρωτοπρεσβύτερος Διονύσιος Τάτσης: Η εκκοσμίκευσις του Ασκητικού λόγου

Στην εποχή μας οι άνθρωποι αρέσκονται να ακούν και να διαβάζουν ασκητικές ιστορίες, παλαιές και νεώτερες, και με ιδιαίτερη ευχαρίστηση να τις διηγούνται και αυτοί σε άλλους αδελφούς, προκειμένου να ωφεληθούν πνευματικά κι εκείνοι. Αυτή τη δίψα των ανθρώπων κανένας δεν μπορεί να καταργήσει. Μάλιστα θα έλεγα ότι όσοι γράφουν και μιλούν πρέπει να προσφέρουν τη στέρεη τροφή του ασκητικού βιώματος.

Υπάρχει όμως ένα λεπτό σημείο, το οποίο πρέπει να προσέξουμε, γιατί διαφορετικά θα αδειάζουμε το γάλα σε δοχείο, που δεν έχει πυθμένα! Δηλαδή, η διδασκαλία μας θα είναι μια ματαιοπονία... Ποιο είναι λοιπόν αυτό το σημείο; Έχω διαπιστώσει ότι πολλοί κήρυκες και πολλοί ακροατές, ενώ αρέσκονται στην ασκητική διδαχή, δεν έχουν την καρδιά τους ασκητική. Τους αρέσει να μιλούν και να ακούν για τους μεγάλους αββάδες του Γεροντικού, αλλά και για τους σύγχρονους γέροντες, χωρίς όμως να είναι αποφασισμένοι να ελευθερωθούν από το κοσμικό φρόνημα, το οποίο τους οδηγεί σε μια ζωή συμβιβασμένη με την αμαρτία. 

Κάλλιστος και Ιγνάτιος οι Ξανθόπουλοι: Μέθοδος και κανόνας ακριβής - Κεφάλαιο 9

Με κάθε μία από αυτές και με τις τρεις μαζί χαρίζεται άφθονα σε μας ο πλούτος όλων των αγαθών.

9. Από αυτά, ή μάλλον με καθένα από αυτά χωριστά και με τα τρία μαζί, χαρίζεται άφθονα σε μας και μας πλημμυρίζει ο πλούτος όλων των αγαθών. Με την επίκληση δηλαδή με πίστη του ονόματος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, ελπίζομε με βεβαιότητα να λάβομε το έλεος και την αληθινή ζωή που είναι κρυμμένη μέσα στο Χριστό(Κολ. 3, 3), γιατί αυτά αφήνει ν' αναβλύσουν σαν από μία αέναη θεία πηγή το όνομα του Κυρίου Ιησού που το επικαλούμαστε με καθαρότητα μέσα στην καρδιά. 

Κάλλιστος και Ιγνάτιος οι Ξανθόπουλοι: Μέθοδος και κανόνας ακριβής - Κεφάλαιο 8

Αρχή κάθε θεάρεστης εργασίας είναι η με πίστη επίκληση τον ονόματος τον Κυρίον μας Ιησού Χριστού και μαζί μ' αυτήν η ειρήνη και η αγάπη που ανατέλλουν από αυτήν.

8. Αρχή λοιπόν κάθε εργασίας θεάρεστης είναι η επίκληση με πίστη του σωτηρίου ονόματος του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Ο Ίδιος έχει πει: «Χωρίς εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε»(Ιω. 15, 5). Μαζί με αυτήν είναι και η ειρήνη, γιατί λέει: «Πρέπει να προσεύχεσθε χωρίς οργή και διαλογισμούς»(Α΄ Τιμ. 2, 8), όπως επίσης και η αγάπη, επειδή «ο Θεός είναι αγάπη, κι όποιος μένει μέσα στην αγάπη μένει μέσα στο Θεό κι ο Θεός σ' αυτόν»(Α΄ Ιω. 4, 16). Η ειρήνη και η αγάπη, δεν κάνουν μόνο την ευχή ευπρόσδεκτη, αλλά κι από αυτή πάλι την ευχή γεννιούνται και ανατέλλουν και οι ίδιες, σαν δίδυμες θεϊκές ακτίνες, και αυξάνουν και τελειοποιούνται.

------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, ε΄τόμος, σελ. 25)

Πέμπτη 6 Οκτωβρίου 2011

Νικήτας Στηθάτος: Β΄ Εκατοντάδα φυσικών κεφαλαίων περί καθάρσεως του νου

1. Αρχή της αγάπης του Θεού είναι η καταφρόνηση των βλεπομένων και των ανθρωπίνων πραγμάτων. Μεσότητα, η κάθαρση της καρδιάς και του νου, από την οποία ανοίγουν νοερά τα μάτια του νου και αποκτούμε επίγνωση της βασιλείας των ουρανών που είναι κρυμμένη μέσα μας. Και τέλος της, ο ακράτητος έρωτας των υπερφυσικών δωρεών του Θεού και η φυσική επιθυμία της ενώσεως με το Θεό και της αιώνιας αναπαύσεως σ' Αυτόν.

Τετάρτη 5 Οκτωβρίου 2011

Mήνυμα του Μητροπολίτη Μεσογαίας Νικόλαου για την κρίση

Προς τους ευσεβείς χριστιανούς της καθ’ ημάς Ιεράς Μητροπόλεως Αγαπητοί μου αδελφοί,
Η χάρις και η ευλογία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού εύχομαι να σκεπάζει όλους σας, την κοινωνία, το έθνος και την Εκκλησία μας.

Σκέφθηκα πολύ για να συντάξω αυτή την εγκύκλιο και να την απευθύνω στην αγάπη σας. Μέχρι την τελευταία στιγμή δεν ήμουν σίγουρος αν έπρεπε να το κάνω. Τις τελευταίες όμως μέρες, μέσα στην κατάσταση του γενικευμένου πανικού που επικρατεί στην πατρίδα μας, των σπασμωδικών αποφάσεων των υπευθύνων διαχειριστών της ζωής και του μέλλοντός μας, την επαναλαμβανόμενη εναλλαγή υποσχέσεων και διαψεύσεων που έχουν τραυματίσει το ηθικό και την αξιοπρέπεια μας, τον καταιγισμό των χωρίς τέλος φορολογικών επιβαρύνσεων, δέχθηκα σωρεία τηλεφωνημάτων και μηνυμάτων πολιτών της περιοχής μας που ζητούν απεγνωσμένα μία παρέμβαση και κάποια συμπαράσταση στο οικονομικό τους αδιέξοδο και δράμα.

Οι μισθοί και οι συντάξεις περικόπηκαν, αρκετοί απολύθηκαν, οι άνεργοι πληθύνονται, πολλοί στέγνωσαν οικονομικά. Και ξαφνικά μας ζητείται απειλητικά και εκβιαστικά να πληρώσουμε, επί πλέον φόρο για το σπίτι που μένουμε σαν να είναι το κράτος πλέον φτωχότερο από τους φτωχούς.

Κάλλιστος και Ιγνάτιος οι Ξανθόπουλοι: Μέθοδος και κανόνας ακριβής - Κεφάλαιο 7

Όποιος πολιτεύεται σύμφωνα με το θέλημα του Θεού πρέπει να ασκεί όλες τις εντολές, αλλά την περισσότερη εργασία να την αφιερώνει σ' αυτές που είναι σπουδαιότερες από τις άλλες και κάπως γενικότερες.

7. Η αρχή λοιπόν και η ρίζα, όπως είπαμε, όλης αυτής της προσπάθειας είναι να ζούμε σύμφωνα με τις σωτήριες εντολές, ενώ το τέρμα και ο καρπός είναι να επανέλθομε στην τέλεια χάρη του Πνεύματος που μάς πρωτοδωρήθηκε με το βάπτισμα. Και είναι βέβαια αυτή η χάρη μέσα μας, γιατί ο Θεός δεν ανακαλεί τις δωρεές Του(Ρωμ. 11, 29), αλλά είναι καταχωμένη από τα πάθη και αποκαλύπτεται με την εργασία των θεουργικών εντολών.


Όσιος Νικήτας ο Στηθάτος: Τρίτη εκατοντάδα γνωστικών κεφαλαίων περί αγάπης και τελειώσεως βίου

1. Ο Θεός είναι νους απαθής, πάνω από κάθε νου και κάθε απάθεια. Είναι φως και πηγή φωτος αγαθού, σοφία, λόγος και γνώση, όπως επίσης και χορηγός της σοφίας, του λόγου και της γνώσεως. Και σε όσους δόθηκαν αυτα για την καθαρότητα τους και τα βλέπομε σ' αυτους πλούσια, σ' αυτους ανακτηθηκε το "κατ' εικόνα" και διατηρήθηκε, ώστε να είναι από εδώ υιοί Θεού, που καθοδηγούνται από το Πνεύμα, σύμφωνα με το ρητό: «Όσοι καθοδηγούνται από το Πνεύμα του Θεού, αυτοί είναι υιοί Θεού»(Ρωμ. 8, 14).

Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2011

Όσιος Θεόληπτος Φιλαδελφείας: "Σύντομη βιογραφία και εισαγωγικά σχόλια"


Σύντομη βιογραφία:  Ὁ Θεόληπτος, ὁ πραγματικά μεγάλος φωστήρας τῆς Φιλαδελφείας, ἤκμασε στά χρόνια τοῦ Ἀνδρονίκου Β' τοῦ Παλαιολόγου, γύρω στό 1325. Ἔζησε πρῶτα στό Ἅγιον ’Όρος τόν ἀναχωρητικό βίο, καί ἀπό ἐκεῖ ἀνέλαβε ὡς προκαθήμενος τή Μητρόπολη Φιλαδελφείας. Ἔγινε καθοδηγητής τοῦ ἁγίου Γρηγορίου ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλονίκης (τόν Παλαμᾶ) καί μυσταγωγός του στά ἄριστα μαθήματα. Τόν μυσταγώγησε στήν ἱερή νήψη καί τή νοερά προσευχή, ἐνῶ ἀκόμη ἧταν κοσμικός, ὅπως ἀναφέρεται στό βίο αὐτοῦ τοῦ Γρηγορίου πού ἔγραψε ὁ πατριάρχης Φιλόθεος. 

Ὁ παρών λόγος πού φιλοπονήθηκε ἀπό αὐτόν, ἀποτελεῖ ἄριστη παρουσίαση καί ἀκριβή κανόνα τῆς μελέτης πού ἐνεργεῖται ἐσωτερικά στό ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Τά ἀκόλουθα κεφάλαιά του ἔχουν συντεθεῖ ἄριστα μέ θεῖα νοήματα καί καθαρότητα διατυπώσεως. Ὅλα αὐτά ἔχουν ἐνταχθεῖ ἐδῶ μέ τά λοιπά, γιατί εἶναι χρήσιμα ὅσο τίποτε ἄλλο καί ἀξιόλογα γιά ὅσους ἐπιζητοῦν μέ ζῆλο ν’ ἀποκτήσουν σέ σύντομη ἐπιτομή τό θεόσοφο μάθημα τῆς πνευματικῆς φιλοσοφίας. 

 

Εἰσαγωγικά σχόλια: Ὁ διάσημος διδάσκαλος τῆς νοερᾶς προσευχῆς Θεόληπτος καί ἐξακριβωμένα διδάσκαλος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, φέρεται ὅτι γεννήθηκε τό 1250 καί ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ τό 1324-26. Διετέλεσε ἔγγαμος ἱεροδιάκονος, ἀλλά ἀπό συμφώνου διεζεύχθη γιά νά ἐπιδοθεῖ στούς ἀνθενωτικούς ἀγώνες κατά τήν ἑνωτική σύνοδο τῆς Λυών. Μετέβη στόν Ἄθω καί ἐμόνασε στούς κύκλους τῶν ἡσυχαστῶν, ἀπό τούς ὁποίους διδάχθηκε τήν νοερά προσευχή καί νήψη. 

Ἀργότερα ἀνεχώρησε γιά τήν Κωνσταντινούπολη γιά νά πολεμήσει τήν ἑνωτική πολιτική τοῦ Μιχαήλ Παλαιολόγου καί γιά τή δράση του θεωρήθηκε ὡς 'Ομολογητής, ἀφοῦ ὑπέστη βασανισμούς καί εἱρκτή ἀπό τόν αὐτοκράτορα. Μετά τό θάνατο τοῦ Μιχαήλ Η' ἐλευθερώθηκε καί ἐτιμᾶτο ἀπό τόν λαό γιά τόν ἀσκητικό βίο καί τήν ὀρθοδοξία του. 

Κατά τό 1284 ἡ πατριαρχική σύνοδος τόν ἐξέλεξε μητροπολίτη Φιλαδελφείας, ὅπου ἀνέπτυξε σημαντική δράση, ἀλλ’ ἀργότερα, γιά λόγους ἐκκλησιαστικούς, περιορίστηκε στήν ἐπαρχία του. Ἔγραψε διάφορες πραγματεῖες, πού μένουν ἀνέκδοτες καί θεωρεῖται ὅτι ἄσκησε ἀποφασιστικήν ἐπίδραση στήν πνευματικήν ἀναγέννηση τῆς ἐποχῆς, πού ἐπισφραγίστηκε μέ τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Παλαμᾶ στή μυστική θεολογία καί μέ τό ὄνομα τοῦ Νικολάου Καβάσιλα στή λειτουργική ζωή. 

Οἱ ἅγιοι ἀνθολόγοι τῆς Φιλοκαλίας, φαίνεται ὅτι δέν βρῆκαν ἄλλα ἔργα τοῦ ὁσίου Θεολήπτου, πλήν ἑνός «Λόγου περί μοναδικοῦ ἐπαγγέλματος» καί ἐννέα Κεφάλαια μέ τόν ἴδιο τίτλο, τά ὁποῖα καί παρέθεσαν. Ἀπό τήν ἀνάκριση τῶν χρονολογιῶν, προκύπτει ὅτι ὑπήρξεν ὄντως διδάσκαλος τῆς νηπτικῆς καί ἀσκητικῆς ἀγωγῆς τοῦ ἁγίου Γρηγορίου, πρό τῆς μονάσεώς του, δηλαδή πρό τῆς ἡλικίας τῶν εἴκοσι ἐτῶν, πού ἀνεχώρησε γιά τό ἅγιον Ὄρος. Γιατί ὁ μέν θεῖος Γρηγόριος ἀπό τό 1321 μέχρι τό 1340 παρέμενε συνεχῶς στόν Ἄθω, πλήν δύο βραχυτάτων ταξειδίων πού ἔκανε στήν Κωνσταντινούπολη, χάρη τῶν μοναζουσῶν κατά σάρκα ἀδελφῶν του, ὁ δέ ὅσιος Θεόληπτος δέν ἐπανῆλθε ποτέ στό ἅγιον Ὄρος.

Τά μικρά αὐτά ἔργα ἀπηχοῦν τήν παράδοση τῶν ἡσυχαστῶν, στίς κοινότητες τῶν ὁποίων ἐθήτευσεν ὁ Θεόληπτος περίπου μιά δεκαετία. Καί στίς γενικές γραμμές, ἀλλά καί στίς λεπτομέρειες, θυμίζουν δέκατο τέταρτον ἡσυχαστικόν αἰῶνα, ὅπου ἐξαίρεται ἡ ἐργασία τῆς νοερᾶς προσευχῆς, τῆς νήψεως, τῆς ἀσκητικῆς παραδοσιακῆς ἀγωγῆς καί τῶν καρπῶν τῆς ἱερᾶς ἡσυχίας.

Σοβαρός ἐρευνητής τοῦ βίου καί τοῦ ἔργου τοῦ ὁσίου Νικηφόρου μονάζοντος, θέλει τόν Θεόληπτον μαθητήν του. Οἱ δύο ἄνδρες ἦσαν βεβαίως σύγχρονοι καί κοινωνοί τῶν δεσμῶν καί τῆς φυλακῆς, γιά τήν ἀντίθεσή τους στήν ψευδένωση τῶν Ἐκκλησιῶν, ἀλλά στά γραπτά τοῦ Θεολήπτου οὔτε κἄν μνεία ἁπλή γίνεται τῆς ψυχοσωματικῆς μεθόδου, τῆς ὁποίας ἐπινοητής καί διδάσκαλος εἶναι ὁ Μονάζων Νικηφόρος.

Ἡ διδαχή τοῦ Θεολήπτου, καθαρῶς ἐμπειρική, δέν παρουσιάζει καμμία πρωτοτυπία πλήν τῆς ἰδιοτυπίας της, ἐνῶ ἀποτελεῖ ἀπλανή κανόνα ὀρθοδόξου πνευματικῆς πορείας, τή βάση τῆς ὁποίας κατέχει ἡ νοερά προσευχή, ἡ νήψη καί γενικά ἡ ἐπίπονη ἀσκητική ἀγωγή. Καί εἶναι περίεργο —ἄς γραφεῖ αὐτό ἀκαδημαϊκῶς— πῶς ἡ ἐπί εἰκοσαετίαν μαθήτρια τοῦ Θεολήπτου, «βασίλισσα» Εἰρήνη Εὐλογία Χούμναινα Παλαιολογίνα, κατά ἕνα τρόπον ἀντινομικόν, ἔγινε ἡ πιό ἐμπαθής ἀντίπαλος τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ, κατά τίς γνωστές ἔριδες τοῦ 14ου αἰῶνος! Ἐκτός ἄν, μή διαφωνοῦσα γιά ὅσα ἀναφέρονται στήν νοερά προσευχή, ἀντετίθετο, ὅπως ὁ προστατευόμενός της Ἀκίνδυνος, στό δογματικό ζήτημα τῆς διακρίσεως Οὐσίας καί Ἐνεργείας τοῦ Θεοῦ. 

-------------------------------------------------------------- 

(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, δ΄τόμος, σελ. 142-144).

Αρχιμ. Σωφρονίος Σαχάρωφ: Αγάπη συνεπάγεται θλίψη

Η Παναγία μας , πόνεσε πιο πολύ απ΄ όλες τις γυναίκες , πιο πολύ απ΄ όλες τις μανάδες του κόσμου, γιατί κανένα δεν έβλαψε , σε κανένα δεν έκανε κακό κι΄ όμως Της έκαναν το μεγαλύτερο κακό όλης της οικουμένης.

Σταύρωσαν Τον Υιό Της .

Και αντικρύζοντάς Τον πάνω Στο Σταυρό , πόνεσε τόσο η καρδιά της…

Γι΄ αυτό μπόρει να καταλάβει την κάθε πονεμένη ύπαρξη , και συμπάσχει με τον κάθε άνθρωπο που πονά, γιατί ακριβώς , ξέρει τι πάει να πει ” πόνος “.

” Όταν η ψυχή κατέχεται από την αγάπη του Θεού, τότε, ω, πώς είναι όλα ευχάριστα, αγαπημένα και χαρμόσυνα! Η αγάπη, όμως, αυτή συνεπάγεται θλίψη· και όσο βαθύτερη είναι η αγάπη, τόσο μεγαλύτερη είναι και η θλίψη.

Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2011

"Λόγος για την εν Χριστώ εσωτερική εργασία και τη μοναχική ζωή"


(ΟΣΙΟΣ ΘΕΟΛΗΠΤΟΣ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ)

Λόγος γιά τήν ἐν Χριστῶ ἐσωτερική ἐργασία καί τή μοναχική ζωή Ἡ μοναχική ζωή εἶναι ἕνα δένδρο ψηλό, πυκνόφυλλο καί γονιμότατο. Ρίζα της εἶναι ἡ ἀποξένωση ἀπ’ ὅλα τά σωματικά· κλαδιά της ἡ ἀπαλλαγή τῆς ψυχῆς ἀπό ἐμπαθείς κλίσεις καί τό νά μήν ἔχει ὁ μοναχός καμία σχέση πρός τά πράγματα ἀπό τά ὁποῖα ἔφυγε. Καρπός της εἶναι ἡ ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν, ἡ θεοποιός ἀγάπη καί ἡ ἀδιάκοπη εὐφροσύνη, καθώς λέει ὁ Ἀπόστολος: «Ὁ καρπός τοῦ Πνεύματος εἶναι ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά, ἡ εἰρήνη κλπ.»(Γαλ. 5, 22). 

 

Ἡ φυγή ἀπό τόν κόσμο χαρίζει τήν καταφυγή στό Χριστό. Καί κόσμο ἐννοῶ, τήν ἀγάπη τῶν αἰσθητῶν πραγμάτων καί τῆς σάρκας. Ἐκεῖνος πού μέ ἐπίγνωση τῆς ἀλήθειας ἀποξενώνεται ἀπό αὐτά, γίνεται φίλος τοῦ Χριστοῦ, ἀποκτώντας τήν ἀγάπη Του, γιά τήν ὁποία ἀρνήθηκε ὅλα τά κοσμικά κι ἀγόρασε τό "πολύτιμο μαργαριτάρι”(Ματθ. 13, 46), δηλαδή τό Χριστό. 

 

Μέ τό σωτήριο βάπτισμα ντύθηκες τό Χριστό(Γαλ. 3, 27)· μέ αὐτό τό θεῖο λουτρό ἀπέβαλες τήν ἀκαθαρσία καί ἔλαβες τή λαμπρότητα τῆς πνευματικῆς χάρης καί τήν εὐγένεια πού εἶχε ὁ ἄνθρωπος ὅταν πλάστηκε. Ἀλλά τί ἔγινε; Ἤ μᾶλλον, τί ἔπαθε ὁ ἄνθρωπος ἀπό τήν ἀπερισκεψία του; Ἐπειδή ἀγάπησε τόν κόσμο, ἀλλοίωσε τά θεϊκά χαρακτηριστικά. Ἐπειδή στράφηκε στά πάθη τῆς σάρκας, κακοποίησε τή θεία εἰκόνα. Τό σκοτάδι τῶν ἐμπαθῶν λογισμῶν θάμπωσε τόν καθρέφτη τῆς ψυχῆς στόν ὁποῖο ἐμφανίζεται ὁ νοητός ἥλιος Χριστός. Ἐσύ ὅμως καθήλωσες τήν ψυχή σου μέ τόν φόβο τοῦ Θεοῦ. 

 

Κατάλαβες τό σκοτάδι τῆς ἀνωμαλίας τοῦ κόσμου. Συνειδητοποίησες τό διασκορπισμό τῆς διάνοιας πού προξενοῦν οἱ κοσμικές μέριμνες. Εἶδες τόν μάταιο περισπασμό πού ἀντιμετωπίζουν οἱ ἄνθρωποι ἀπό τήν πολυτάραχη ζωή. Πληγώθηκες μέ τό βέλος τοῦ ἔρωτα τῆς ἡσυχίας. Ζήτησες τήν εἰρήνη τῶν λογισμῶν, ἐπειδή ἐγκολπώθηκες τό παράγγελμα: «Ζήτησε τήν εἰρήνη καί κυνήγησέ την»(Ψαλμ. 33, 15)· πόθησες τήν ἀνάπαυση πού αὐτή δίνει, ἐπειδή ἄκουσες τό λόγο: «Ξαναγύρισε ψυχή μου στήν ἀνάπαυσή σου»(Ψαλμ. 114, 7). Γιά ὅλα αὐτά, ἀναλογίστηκες νά ξανακερδίσεις τήν εὐγένεια πού ἔλαβες κατά χάρη μέ τό βάπτισμα, ἀλλά τήν ἔχασες θεληματικά ἀπό τά πάθη σου ζώντας στόν κόσμο. 

 

Ἔτσι λοιπόν ἔκανες πράξη τήν ἀγαθή αὐτή γνώμη μέ τό νά ἔρθεις στό ἱερό φροντιστήριο, νά φορέσεις τά σεμνά ἄμφια τῆς μετάνοιας καί νά ὑποσχεθεῖς ὁλόψυχα τήν παραμονή σου στό μοναστήρι μέχρι θανάτου. 

 

Τώρα ἔκανες δεύτερη συμφωνία μέ τό Θεό. Τήν πρώτη τήν ἔκανες κατά τό βάπτισμα, μέ τήν εἴσοδό σου σ’ αὐτή τή ζωή· τή δεύτερη τώρα πού σπεύδεις πρός τό τέλος αὐτῆς τῆς ζωῆς. Τότε σέ προσέλαβε ὁ Χριστός μέ τήν εὐσέβεια· τώρα προσκολλήθηκες στο Χριστό μέ τή μετάνοια. 

 

Ἐκεῖ βρῆκες δωρεά· ἐδώ παραδέχτηκες ἕνα χρέος. Τότε, καθώς ἤσουν νήπιο, δέν ἐννόησες τό ἀξίωμα πού σοῦ δόθηκε, ἄν καί ὅταν μεγάλωσες, κατάλαβες τό μέγε­θος τῆς δωρεᾶς καί ἔχεις στο στόμα σου χαλινάρι. Τώρα πού ἔχεις τέλεια σκέψη, ἐννοεῖς βαθιά τί σημαίνει τό ὅτι συντάχθηκες μ’ Ἐκεῖνον. Πρόσεξε μήν τυχόν παραβεῖς καί αὐτή τήν ὑπόσχεση καί σάν ἀγγεῖο πού ἔσπασε ἐντε­λῶς, ριχθεῖς στό σκότος τό ἐξώτερο, ὅπου εἶναι ὁ κλαυθμός καί ὁ βρυγμός τῶν ὀδόντων(Ματθ. 8, 12). Γιατί ἔξω ἀπό τό δρόμο τῆς μετάνοιας, δέν ὑπάρχει ἄλλος δρόμος πού ξαναφέρνει στή σωτηρία. 

 

 Ἄκουσε τί σοῦ ὑπόσχεται καί ὁ Δαβίδ: «Ἔκανες καταφυγή σου τόν Ὕψιστο. Ἀφοῦ λοιπόν ἐπέλεξες τήν κατά Χριστόν ζωή μέ τίς δυσκολίες της, δέ θά σέ πλησιάσουν πιά τά κακά πού ἀπέκτησες ἀπό τήν κοσμική σου ζωή. Ἀφοῦ ἀποφάσισες νά μετανοεῖς, δέ θά σέ ἀκολουθήσει ἔρωτας χρημά­των, τρυφή, τιμή, καλλωπισμός, ἀκράτεια τῶν αἰσθήσεων δέ θά παραμεί­νουν μπροστά σου παράνομοι, δηλαδή μετεωρισμοί τῆς διάνοιας, αἰχμαλω­σία τοῦ νοῦ, χαύνωση πού προκαλοῦν οἱ ἀλλεπάλληλοι λογισμοί, καί κάθε ἄλλη θεληματική ἐκτροπή καί σύγχυση. Οὔτε θά βρεθεῖ μπροστά σου ἀγάπη γονέων, ἀδελφῶν, συγγενῶν, φίλων καί γνωστῶν· οὔτε θά βρεῖ τόπο σέ σένα ἡ ἄκαιρη καί ἀνώφελη συνάντηση καί συντροφιά μαζί τους. 

 

Ἄν ἀγαπήσεις τήν ἀπάρνηση τῶν παραπάνω μέ τό σῶμα σου καί τήν ψυχή σου, δέ θ’ ἀγγίξει τήν ψυχή σου τό μαστίγιο τοῦ πόνου, καί τό βέλος τῆς λύπης δέ θά πληγώσει τήν καρδιά σου, οὔτε τό πρόσωπό σου θά σκυθρωπάσει»(Ψαλμ. 90, 9-10 και 5, 5-6). Ἐκεῖνοι δηλαδή πού ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τή φιλήδονη συνήθεια καί ἀπώθησαν τόν ἐμπαθή δεσμό μέ ὅλα ὅσα εἴπαμε, ἀμβλύνουν τά κεντριά τῆς λύπης. Γιατί ὁ Χριστός φανερώνεται στήν ψυχή πού ἀγωνίζεται καί δίνει στήν καρδιά ἀνέκφραστη χαρά, καί τήν πνευματική χαρά δέν μπορεῖ ποτέ νά τήν ἀναιρέσει κανένα ἀπό τά εὐχάριστα ἤ δυσάρεστα τοῦ κόσμου. Μελέτες ἀγαθές καί σω­τήριες μνῆμες καί θεία διανοήματα καί λόγοι σοφίας ὑπηρετοῦν τόν ἀγωνιστή, καί τόν φυλάγουν σέ ὅλους τούς δρόμους τῶν ἔργων πού κάνει γιά τό Θεό. 

 

Γι' αὐτό καί πατάει πάνω σέ κάθε ἄλογη ἐπιθυμία καί αὐθάδη θυμό σάν πάνω στά φίδια ἀσπίδα καί βασιλίσκο, καί καταπατεῖ τήν ὀργή σάν λιοντάρι καί τήν ἡδονή σάν δράκοντα(Ψαλμ. 90, 13). Καί ἡ αἰτία τούτου εἶναι ὅτι, ἀφοῦ ἀπομάκρυνε κάθε ἐλπίδα του ἀπό τούς ἀνθρώπους καί τά πράγματα πού εἴπα­με, τήν ἔδεσε στό Θεό καί εἶναι πλούσιος σέ γνώση Θεοῦ καί πάντοτε καλεῖ νοερά τό Θεό νά τόν βοηθήσει. Ὅπως λέει καί στή Γραφή: «Στήριξε τήν ἐλπίδα του σ’ ἐμένα, γι’ αὐτό καί θά τόν σώσω· θά τόν προφυλάξω, γιατί γνωρίζει τό ὄνομά μου. Ὅταν μέ φωνάξει, θά τόν ἀκούσω, καί ὄχι μόνο θά τόν ἀπαλλάξω ἀπό ἐκείνους πού τόν θλίβουν, ἀλλά καί θά τόν δοξάσω»(Ψαλμ. 90, 14-15 ). 

 

Βλέπεις τούς ἀγώνες καί τά ἀκόλουθα βραβεῖα ὅσων ἀσκοῦνται σύμ­φωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ; Προσπάθησε λοιπόν νά κάνεις τήν κλήση πράξη. Καί ὅπως μονώθηκες σωματικά κι ἀπέβαλες καί τά νοήματα τῶν πραγμάτων καί ἄλλαξες ἀμφίεση, γίνε καί ξένος ἀποθέτοντας καί τούς λό­γους καί τούς συγγενεῖς σου. Γιατί ἄν δέ σταματήσεις τήν περιπλάνηση στά ἐξωτερικά, δέ θά ξεσηκωθεῖς ἐναντίον ἐκείνων πού ἐνεδρεύουν μέσα σου. Ἄν δέν νικήσεις ἐκείνους πού σέ πολεμοῦν μέ τά φανερά, δέν μπορεῖς νά κατα­τροπώσεις τούς ἀόρατους ἐχθρούς. Ὅταν καταργήσεις τούς ἐξωτερικούς πε­ρισπασμούς καί ἀφήσεις τούς ἐσωτερικούς λογισμούς, τότε διεγείρεται ὁ νοῦς γιά τά ἔργα καί τούς λόγους τοῦ Πνεύματος. Καί ἀντί νά ἔχεις συναναστρο­φή μέ συγγενεῖς καί φίλους, ἐκτελεῖς τίς ἀρετές. 

 

Καί ἀντί νά ἀσχολεῖσαι μέ τά μάταια λόγια πού γεννᾶ ἡ κοσμική συναναστροφή, φωτίζει καί συνετίζει τήν ψυχή ἡ μελέτη καί ἡ φανέρωση τῶν θεϊκῶν λόγων, πού κινοῦνται μέσα στή διάνοια. Ἡ ἀπελευθέρωση τῶν αἰσθήσεων γίνεται δέσμευση τῆς ψυχῆς. Καί ἡ δέσμευση τῶν αἰσθήσεων, χαρίζει ἐλευθερία στήν ψυχή. 

 

Ἡ δύση τοῦ ἡλίου φέρνει τή νύχτα. Καί ὁ Χριστός ἀποχωρεῖ ἀπό τήν ψυχή καί τήν κυ­ριεύει τό σκοτάδι τῶν παθῶν καί τά νοητά θηρία τήν κατασπαράζουν. Ἀνα­τέλλει ὁ αἰσθητός ἥλιος καί τά θηρία μαζεύονται στά σπήλαιά τους. Ἀνα­τέλλει καί ὁ Χριστός στό στερέωμα τῆς προσευχόμενης διάνοιας, καί φεύγει καί χάνεται κάθε κοσμική συνήθεια, ἡ ἀγάπη τῆς σάρκας περνᾶ καί ὁ νοῦς βαδίζει στό ἔργο του, δηλαδή στή μελέτη τῶν θείων, "ὥς τό βράδυ”(Ψαλμ. 103, 23). Ἡ ἔκφραση αὐτή δέ σημαίνει ὅτι ἡ ἐργασία τοῦ πνευματικοῦ νόμου περιορίζεται σέ κάποιο χρονικό διάστημα ἤ ὅτι ἔχει ὁρισμένο μέτρο, ἀλλά ὅτι διαρκεῖ ὥσπου νά φτάσει τό τέλος αὐτῆς τῆς ζωῆς, προκαλώντας τήν ἔξοδο τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα. Αὐτό ἀκριβῶς φανέρωνε καί ὁ προφήτης Δαβίδ μέ τά λόγια: «Πόσο ἀγάπησα τό νόμο Σου, Κύριε! Εἶναι ἡ μελέτη μου ὅλη τήν ἡμέρα»(Ψαλμ. 118, 97). Ἡμέρα ἐννοεῖ ὅλη τή διάρκεια τῆς ζωῆς αὐτῆς. 

 

Σταμάτησε λοιπόν τίς ἐξωτερικές συναναστροφές καί πάλεψε μέ τούς ἐ­σωτερικούς λογισμούς, ἕως ὅτου βρεῖς τόν τόπο τῆς καθαρῆς προσευχῆς καί τόν οἶκο ὅπου κατοικεῖ ὁ Χριστός, φωτίζοντας καί γλυκαίνοντάς σε μέ τήν ἐπίγνωση καί τήν ἐπίσκεψή Του, καί κάνοντάς σε νά θεωρεῖς χαρά τίς θλίψεις γιά χάρη Του καί νά ἀποφεύγεις τίς κοσμικές ἡδονές ὅπως τό κατάπικρο ἀ­ψίνθιο. 

 

Οἱ ἄνεμοι σηκώνουν κύματα στή θάλασσα, καί ἄν αὐτοί δέ σταματή­σουν, δέν ἡσυχάζουν τά κύματα καί δέν ἡμερεύει ἡ θάλασσα. Καί τά πνεύ­ματα τῆς πονηρίας ἀνακινοῦν μέσα στήν ψυχή τοῦ ἀμελοῦς τήν ἐνθύμηση γο­νέων, ἀδελφῶν, συγγενῶν, γνωστῶν, συμποσίων, πανηγυριῶν, θεάτρων καί ὅλες τίς ἄλλες φαντασίες τῆς ἡδονῆς καί τοῦ ὑποβάλλουν νά τοποθετεῖ τήν εὐτυχία στά μάτια, στή γλώσσα καί στό σῶμα. Ἔτσι καί τήν ὥρα ἐκεί­νη τή σπαταλᾶς μάταια, καί στή συνέχεια τήν ὥρα πού μένεις μόνος μέσα στό κελί σου, τήν ξοδεύεις στήν ἀναπόληση ἐκείνων πού εἶδες καί συζήτησες. Καί ἔτσι περνᾶ χωρίς προκοπή ἡ ζωή τοῦ μοναχοῦ, καθώς ἀποτυπώνουν τίς μνῆμες τους στή διάνοιά του οἱ κοσμικές ἀσχολίες, ὅπως τά πόδια τοῦ ἀν­θρώπου ἀποτυπώνουν τά ἴχνη τους πάνω στό χιόνι. 

 

Ἄν δίνομε τροφή στά θηρία, πότε θά τά θανατώσομε; Κι ἄν διαρκῶς ἀπασχολούμαστε μέ ἔργα καί λογισμούς τῆς ἄλογης φιλίας καί συνήθειας, πότε θά νεκρώσομε τό φρόνημα τῆς σάρκας; Πότε θά ζήσομε τήν κατά Χριστόν ζωή πού ὑποσχεθήκαμε; Τά ἴχνη τῶν ποδιῶν πάνω στό χιόνι ἤ διαλύονται ὅταν λάμψει ὁ ἥλιος, ἤ ὅταν βρέξει, ἐξαφανίζονται. Καί οἱ μνῆμες πού ἔχουν σκαφτεῖ στή διάνοια, ἀπό τή φιλήδονη διάθεση καί τίς ἀνάλογες πράξεις, ἐξαφανίζονται ὅταν ἀνατέλλει ὁ Χριστός στήν καρδιά, μέ τήν προσευχή καί τήν κατανυκτική βροχή τῶν δακρύων. Ὁ Μοναχός λοιπόν πού δέν πράττει σύμφωνα μέ τό λόγο, πότε θά ἐξαλείψει ἀπό τή διάνοιά του τίς ἐμπαθεῖς μνῆμες; 

 

Οἱ πρακτικές ἀρετές τελοῦνται μέ τό σῶμα, ἄν ἀφήσεις τή σχέση μέ τόν κόσμο. Οἱ ἀγαθές μνῆμες ἐντυπώνονται στήν ψυχή καί οἱ θεϊκοί λόγοι ἀνα­παύονται σ’ αὐτήν, ἄν μέ συνεχεῖς προσευχές πού ἀναπέμπονται μέ θερμή κατάνυξη ἀπό τή διάνοια, ἐξαλείψεις τίς μνῆμες τῶν προηγουμένων σου πράξεων. Γιατί ὁ φωτισμός ἀπό τήν πίστη καί τή μνήμη τοῦ Θεοῦ καί τή συντριβή τῆς καρδιάς, ἀποξέουν σάν ξυράφι τίς πονηρές μνῆμες. Μιμήσου τή σοφία τῶν μελισσῶν. Αὐτές ὅταν ἀντιληφθοῦν τό σμῆνος τῶν σφηκῶν νά πετοῦν γύρω τους, παραμένουν μέσα στήν κυψέλη καί ἀποφεύγουν τή βλάβη ἀπό τούς ἐχθρούς. 

 

Σφῆκες νά θεωρεῖς τίς κοσμικές συναναστροφές, τίς ὁποῖες ἀποφεύγοντας μέ πολλή σπουδή, παράμενε μέσα στό κελί σου στό μοναστή­ρι. Καί ἀπό ἐκεί πάλι νά προσπαθεῖς νά μπαίνεις στό ἐσωτερικότερο φρούριο τῆς ψυχῆς, πού εἶναι ὁ οἶκος τοῦ Χριστοῦ καί ἐκεῖ ἀστράφτει ἀδιατάρακτη εἰρήνη καί χαρά καί γαλήνη. Τά δῶρα αὐτά, σάν κάποιες ἀκτίνες τά ἐκπέμ­πει ἀπό τόν ἑαυτό Του ὁ νοητός ἥλιος Χριστός καί μέ αὐτά ἀμείβει τήν ψυχή πού Τόν ὑποδέχεται μέ πίστη καί καλή ἑτοιμασία. 

 

Ὅταν λοιπόν κάθεσαι στό κελί σου, νά μνημονεύεις τό Θεό, ἀνυψώνοντας τό νοῦ σου ἀπ’ ὅλα καί ὁδηγώντας τον ἄφωνο πρός τό Θεό, καί νά συγκεντρώνεις ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ὅλη τή διάθεση τῆς καρδιᾶς σου, προσκολλώμενος σ’ Αὐτόν μέ τήν ἀγάπη. Γιατί ἡ μνήμη τοῦ Θεοῦ εἶναι θεωρία τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἔλκει τήν ὅραση καί τήν ἐπιθυμία τοῦ νοῦ πρός τόν ἑαυτό Του καί τόν περιλάμπει μέ τό φῶς Του. Ὅταν δηλαδή ὁ νοῦς ἐπιστρέφει στό Θεό, ἀφήνοντας ὅλες τίς εἰδοποιούς ἔννοιες τῶν ὄντων, βλέπει χωρίς εἰκόνες καί λαμπρύνει τήν ὅρασή του μέ τήν ἀγνωσία αὐτή πού ὑπερβαίνει κά­θε γνώση, λόγω τοῦ ὅτι ἡ θεία δόξα εἶναι ἀπρόσιτη. Καί ἐνῶ δέ γνωρίζει, ἀφοῦ τό βλεπόμενο εἶναι ἀκατάληπτο, γνωρίζει ὡστόσο ἐπειδή βλέπει τήν ἀλήθεια τοῦ κυρίως Ὄντος, τοῦ μόνου πού ἔχει τό εἶναι πού ὑπερβαίνει κάθε εἶναι. Καί μέ τήν πλούσια ἀγαθότητα πού ἀναβλύζει ἀπό ἐκεῖ, τρέφοντας τόν ἔρωτά του καί ἱκανοποιώντας πλήρως τήν κινητικότητά του, ἀξιώνεται τήν χωρίς τέλος μακάρια ἀνάπαυση. Αὐτά εἶναι τά γνωρίσματα τῆς ὀρθῆς μνήμης τοῦ Θεοῦ. 

 

Προσευχή τώρα, εἶναι διάλογος τῆς διάνοιας μέ τόν Κύριο. Ὁ διάλο­γος αὐτός μεταφέρει λόγια δεήσεως στό Θεό, μέ ὁλοκληρωτική προσήλωση τοῦ νοῦ πρός Αὐτόν. Γιατί ὅταν ἡ διάνοια ἐπικαλεῖται συνεχῶς τό ὄνομα τοῦ Κυρίου καί ὁ νοῦς προσέχει μέ ἐνάργεια στήν ἐπίκληση τοῦ θείου ὀνόματος, ἔρχεται τό φῶς τῆς γνώσεως τοῦ Θεοῦ κι ἐπισκιάζει σάν φωτεινή νεφέλη ὁ­λόκληρη τήν ψυχή. Τήν ὀρθή μνήμη τοῦ Θεοῦ ἀκολουθεῖ ἡ ἀγάπη καί ἡ χα­ρά, ὅπως λέει ὁ Ψαλμωδός: «Θυμήθηκα τό Θεό καί γέμισα εὐφροσύνη»(Ψαλμ. 76, 4). Τήν καθαρή προσευχή ἀκολουθεῖ ἡ γνώση καί ἡ κατάνυξη, ὅπως λέει ὁ ἴδιος: «Ὅποια μέρα θά σέ ἐπικαλεστῶ, ἰδού, γνωρίζω ὅτι ἐσύ εἶσαι ὁ Θεός μου»(Ψαλμ. 55, 10), καί: «Θυσία πού ἀρέσει στό Θεό εἶναι τό συντετριμμένο πνεῦμα»(Ψαλμ. 50, 19). 

 

Ὅταν ὁ νοῦς καί ἡ διάνοια στέκονται μπροστά στό Θεό μέ ἐνεργό προσήλω­ση καί θερμή δέηση, τότε ἀκολουθεῖ καί ἡ κατάνυξη τῆς ψυχῆς. Κι ὅταν ὁ νοῦς, ὁ λόγος καί τό πνεῦμα προσπίπτουν στό Θεό, ὁ νοῦς μέ τήν προσοχή, ὁ λόγος μέ τήν ἐπίκληση καί τό πνεῦμα μέ τήν κατάνυξη καί τήν ἀγάπη, τότε ὅλος ὁ ἐσωτερικός ἄνθρωπος προσφέρει λατρεία στόν Κύριο, σύμφωνα μέ τήν ἐντολή: «Θ' ἀγαπήσεις τόν Κύριο, τό Θεό σου, μέ ὅλη τήν καρδιά σου»(Δευτ. 6, 5). 

 

Πλήν ὅμως θέλω νά γνωρίζεις καί τοῦτο· μήπως ἐνῶ νομίζεις ὅτι προ­σεύχεσαι, βαδίζεις μακριά ἀπό τήν προσευχή, κοπιάζεις χωρίς κέρδος καί τρέχεις ματαίως. Ὅ,τι συμβαίνει στήν ψαλμωδία, ὅταν ὁ νοῦς τρέχει ἀλλοῦ καί διασπᾶται σέ πάθη καί διάφορα πράγματα, ὥστε ἔτσι νά χάνεται τό νόη­μα τῶν ψαλλομένων, τό ἴδιο γίνεται καί μέ τή διάνοια. Πολλές φορές δηλα­δή, ἐνῶ αὐτή λέει τά λόγια τῆς προσευχῆς, ὁ νοῦς δέν συνοδεύει, οὔτε προ­σηλώνεται στό Θεό, μέ τόν ὁποῖο γίνεται ἡ συνομιλία κατά τήν προσευχή, ἀλλά ἐκτρέπεται ἀπό διάφορες σκέψεις χωρίς νά τό καταλάβει. 

 

Ἔτσι, ἡ διάνοια λέει ἀπό συνήθεια τά λόγια, ὁ νοῦς ὅμως ἀπομακρύνεται ἀπό τή γνώση τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό καί ἡ ψυχή φαίνεται τότε ὅτι οὔτε ἐννοεῖ, οὔτε ἔχει διά­θεση, ἐπειδή ὁ νοῦς διασκορπίζεται σέ κάποιες φαντασίες καί ἀπασχολεῖται σ’ ἐκεῖνα πού τόν ξεγελοῦν ἤ σ’ ἐκεῖνα πού ἐπιθυμεῖ. Γιατί ὅταν δέν ὑπάρχει γνώση τῆς προσευχῆς καί ὁ δεόμενος δέν παραστέκεται μπροστά σ’ Αὐτόν πού παρέχει παρηγοριά, πῶς θά γλυκαθεῖ ἡ ψυχή; Πῶς θά εὐφρανθεῖ ἡ καρδιά πού ὑποκρίνεται ὅτι προσεύχεται, ἀλλά δέν ἐνδιαφέρεται γιά ἀληθινή προσευχή; Θά εὐφρανθεῖ ἡ καρδιά ὅσων ζητοῦν τόν Κύριο(Ψαλμ. 104, 3). Ζητεῖ τόν Κύριο ἐκεῖνος πού μέ ὁλόκληρη τή διάνοια καί θερμή διάθεση πέφτει ἐμπρός στό Θεό καί ἀπομακρύνει κάθε νόημα τοῦ κόσμου γιά χάρη τῆς γνώσεως καί τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, πού πηγάζουν ἀπό τήν συνεχή καί καθαρή προσευχή. 

 

Γιά νά διασαφηνίσω τή θεωρία πού γεννιέται στό νοῦ κατά τή μνήμη τοῦ Θεοῦ, καί τήν ἀξία τῆς διάνοιας κατά τήν καθαρή προσευχή, θά καταφύ­γω σέ παρομοίωση μέ τό σωματικό μάτι καί τή γλώσσα. Ὅ,τι εἶναι δηλαδή ἡ κόρη γιά τό μάτι καί ἡ προφορά τοῦ λόγου γιά τή γλώσσα, τό ίδιο εἶναι ἡ μνήμη γιά τό νοῦ καί ἡ προσευχή γιά τή διάνοια. Ὅπως τό μάτι ὅταν δεῖ κάποιο ὁρατό δέ λέει τίποτε, ἀλλά μέ τήν πείρα τῆς ὁράσεως δέχεται τή γνώση τοῦ βλεπομένου, ἔτσι καί ὁ νοῦς, καθώς μέσω τῆς μνήμης παραδίδεται ἐρωτικά στό Θεό μέ τήν προσκόλληση τῆς διάπυρης διαθέσεως καί μέ τή σιγή τῆς ὁλότελα ἁπλῆς νοήσεως, καταφωτίζεται ἀπό τή θεία ἔλλαμψη, λαμβάνοντας ἀρραβώνα τῆς μέλλουσας λαμπρότητας. 

 

Καί πάλι, ὅπως ἡ γλώσσα, μέ τά λόγια πού λέει, φανερώνει στόν ἀκροατή τήν ἀθέατη θέληση τοῦ νοῦ, ἔτσι καί ἡ διάνοια, ὅταν ἀπαγγέλλει τά σύντομα λόγια τῆς προσευχῆς μέ θέρμη καί χωρίς διακοπή, παρουσιάζει στόν παντογνώστη Θεό τήν αἴτηση τῆς ψυχῆς. Καί μέ τήν παραμονή στήν προσευχή καί μέ τήν ἐπίμονη συντριβή τῆς καρδιᾶς, ἀνοίγουν τά φιλάνθρωπα σπλάχνα τοῦ Κυρίου πού εἶ­ναι γεμάτος συμπάθεια, καί ὁ προσευχόμενος δέχεται πλούσια τή σωτηρία, ὅπως λέει καί ὁ Ψαλμωδός: «Ὁ Θεός δέ θά ἀπορρίψει τήν καρδιά πού ἔχει συντριβεῖ καί ταπεινωθεῖ»(Ψαλμ. 50, 19). 

 

Θά σέ χειραγωγήσει στήν καθαρή προσευχή καί ἐκεῖνο πού γίνεται μέ τόν ἐπίγειο βασιλιά. Ὅταν δηλαδή παρουσιαστεῖς στό βασιλιά, καί σωματι­κά εἶσαι μπροστά του καί μέ τή γλώσσα τόν ἱκετεύεις καί μέ τά μάτια τόν ἀ­τενίζεις, κι ἔτσι προσελκύεις τήν εὐμένειά του. Αὐτό κάνε κι ἐσύ, εἴτε στή σύ­ναξη τῆς ἐκκλησίας, εἴτε μόνος στό δωμάτιό σου. Ὅταν δηλαδή συνάγεστε στό ὄνομα τοῦ Κυρίου μέ τούς ἀδελφούς γιά τήν ἀκολουθία, ὅπως παρίστασαι μέ τό σῶμα καί προσφέρεις μέ τή γλώσσα σου στόν Κύριο τήν ψαλμω­δία, ἔτσι νά ἔχεις καί τό νοῦ σου προσηλωμένο στά λόγια καί στό Θεό καί νά γνωρίζει μέ ποιόν συνομιλεῖ καί ποιόν πλησιάζει. Γιατί ὅταν ἡ διάνοια παραδίδεται μέ ζέση καί καθαρότητα στήν προσευχή, τότε ἡ καρδιά ἀξιώνεται νά ἀπολαύσει ἀναφαίρετη χαρά καί ἀνέκφραστη εἰρήνη. Καί πάλι ὅταν πα­ραμένεις μόνος στό δωμάτιό σου, μήν ἀφήνεις τήν προσευχή ἀπό τή διάνοιά σου, μέ νήψη τοῦ νοῦ καί συντριβή τοῦ πνεύματος· καί μέ τή νήψη θά σέ ἐπι­σκιάσει ἡ θεωρία, ἡ γνώση θά κατασκηνώσει μέσα σου μέ τήν προσευχή καί ἡ σοφία θά ἀναπαυθεῖ ἐντός σου μέ τήν κατάνυξη, ἐξορίζοντας τήν ἄλογη ἡδονή καί ἐγκαθιστώντας τή θεία ἀγάπη. 

 

Πίστεψέ με, σοῦ λέω ἀλήθεια· ἄν σέ ὅλη σου τήν πνευματική ἐργασία ἀποκτήσεις ἀχώριστη τήν μητέρα τῶν καλῶν, τήν προσευχή, αὐτή δέ θά νυστάξει ὥσπου νά σοῦ δείξει τόν θεῖο νυμφώνα, νά σέ ὁδηγήσει μέσα καί νά σέ γεμίσει ἀνείπωτη δόξα καί εὐφροσύνη. Γιατί αὐτή ἀφαιρεῖ ὅλα τά ἐμπόδια, ἐξομαλύνει τό δρόμο τῆς ἀρετῆς καί τόν κάνει εὔκολο σ’ ἐκεῖνον πού τή ζητεῖ. 

 

Πρόσεξε τώρα τόν τρόπο τῆς προσευχῆς τῆς διάνοιας. Ἡ συνομιλία μέ τό Θεό ἀφανίζει τούς ἐμπαθεῖς λογισμούς. Ἡ ἀνάταση τοῦ νοῦ στό Θεό φυ­γαδεύει τίς ἔννοιες τοῦ κόσμου. Ἡ κατάνυξη τῆς ψυχῆς ἀπομακρύνει τή φι­λία τῆς σάρκας. Καί τότε φανερώνεται ἡ προσευχή, ἀπό τήν ἀσίγητη ἀπαγγελία τοῦ θείου ὀνόματος, ὅτι εἶναι συμφωνία καί ἕνωση τοῦ νοῦ, τοῦ λόγου καί τῆς ψυχῆς. «Ὅπου εἶναι —λέει ὁ Κύριος—, δύο ἤ τρεῖς συναγμένοι στό ὄνομά μου, ἐκεῖ εἶμαι κι ἐγώ ἀνάμεσά τους»(18). Ἔτσι λοιπόν ἡ προσευχή, ἀνακαλώντας τίς δυνάμεις τῆς ψυχῆς ἀπό τό διασκορπισμό πού προκαλοῦν σ’ αὐτές τά πάθη, τίς συνδέει μεταξύ τους· καί συνδέοντας τότε μαζί της τήν τριμερή ψυχή, τή συμφιλιώνει μέ τόν ἕνα τρισυπόστατο Θεό. Πρῶτα, δηλα­δή, μέ τούς τρόπους τῆς ἀρετῆς ἀφαιρεῖ ἀπό τήν ψυχή τήν ἀσχήμια τῆς ἁμαρτίας· ἔπειτα, ἀφοῦ ξαναζωγραφίσει στήν ψυχή τό κάλλος τῶν θείων χαρακτήρων μέ τήν ἁγία γνώση πού δίνει, τήν παρουσιάζει στό Θεό. Καί ἡ ψυχή παρευθύς γνωρίζει τόν Ποιητή της, ὅπως λέει ὁ Ψαλμωδός: «Ὅποια μέρα σέ ἐπικαλεστῶ, ἰδού, γνωρίζω ὅτι ἐσύ εἶσαι ὁ Θεός μου»(Ψαλμ. 55, 10)· καί αὐτή, γνωρίζεται ἀπό τό Θεό. Γιατί ὁ Κύριος γνωρίζει τούς δικούς Του(Β΄ Τιμ. 2, 19). 

 

Τόν γνωρίζει, γιατί ἔχει μέσα της καθαρή τήν εἰκόνα Του, καί κάθε εἰκόνα ἀναφέρεται στό πρωτότυπο· καί γνωρίζεται ἀπό Αὐτόν γιά τήν ὁμοίωσή της μέ Αὐτόν λόγω τῶν ἀρετῶν, μέ τίς ὁποῖες καί γνώση Θεοῦ ἔχει, καί γνωρίζεται ἀπό τό Θεό. 

 

Ἐκεῖνος πού ζητάει τήν εὔνοια τοῦ βασιλιά, μεταχειρίζεται τρεῖς τρό­πους: ἤ ἀπευθύνει λόγους ἱκεσίας, ἤ στέκεται σιωπώντας, ἤ πέφτει στά πό­δια ἐκείνου πού μπορεῖ νά τόν βοηθήσει. Ἔτσι καί ἡ καθαρή προσευχή, συναπτόμενη μέ τό νοῦ, τό λόγο καί τό πνεῦμα, μέ τό λόγο επικαλείται τό θεῖο ὄνομα, μέ τό νοῦ ἀτενίζει σταθερά τόν παρακαλούμενο Θεό, ἐνῶ μέ τό πνεῦ­μα ἐκδηλώνει τήν κατάνυξη, τήν ταπείνωση καί τήν ἀγάπη. Καί ἔτσι ἐξευ­μενίζει τήν ἄναρχη Τριάδα, τόν Πατέρα καί τόν Υἱό καί τό Ἅγιο Πνεῦμα, τόν ἕνα Θεό. 

 

Ὅπως ἡ ποικιλία τῶν φαγητῶν ἀνοίγει τήν ὄρεξη νά τά δοκιμάσει κα­νείς, ἔτσι καί οἱ διάφορες ἔννοιες τῶν ἀρετῶν ξυπνοῦν τήν κινητικότητα τοῦ νοῦ. Γι’ αὐτό, βαδίζοντας τό δρόμο τῆς διάνοιας, νά διαλέγεις τά λόγια τῆς προσευχῆς καί ν’ ἀπευθύνεσαι στόν Κύριο μέ ἀδιάκοπες φωνές χωρίς νά ἀποθαρρύνεσαι· νά δέεσαι συνεχῶς μιμούμενος τήν ἀναίδεια τῆς χήρας πού πέτυχε νά κάμψει τόν ἀμείλικτο δικαστή(Λουκ. 18, 2-5). Τότε βαδίζεις σύμφωνα μέ τίς ἐπιταγές τοῦ Πνεύματος(Γαλ. 5-6)· δέν προσέχεις τίς σαρκικές ἐπιθυμίες καί δέ διακόπτεις μέ κοσμικούς λογισμούς τή συνέχεια τῆς προσευχῆς, ἀλλά γίνεσαι ναός τοῦ Θεοῦ καθώς Τόν ὑμνεῖς ἀπερίσπαστος. Ὅταν ἀσκεῖς ἔτσι τήν κατά διά­νοια προσευχή, ἀξιώνεσαι νά φτάνεις καί στή μνήμη τοῦ Θεοῦ καί νά εἰσέρ­χεσαι στά ἄδυτα τοῦ νοῦ καί νά κατοπτεύεις τόν Ἀόρατο μέ μυστικές θεω­ρίες καί μόνος νά λατρεύεις στή μόνωση μόνο τό Θεό πλημμυρίζοντας ἀπό γνώση μαζί μέ ἀγάπη. 

 

Ὅταν λοιπόν δεῖς νά σέ κυριεύει χαύνωση στήν προσευχή, τότε νά με­ταχειρίζεσαι βιβλίο, καί διαβάζοντας προσεκτικά, νά δέχεσαι μέσα σου τή γνώση. Μήν προσπερνᾶς βιαστικά τά λόγια, ἀλλά νά τά στοχάζεσαι βαθιά καί νά θησαυρίζεις τό νόημά τους. Ὕστερα νά ἀναλογίζεσαι ὅσα διάβασες, ὥστε μέ τή μελέτη αὐτή νά τά κατανοεῖς, νά γλυκαίνεται ἡ διάνοιά σου καί νά σοῦ μένουν ἀλησμόνητα. Κι ἔτσι ν’ ἀναρριπίζεται ὁ ζῆλος σου γιά τά θεῖα διανοήματα, σύμφωνα μέ τό ρητό: «Κατά τή μελέτη μου θ’ ἀνάψει μέσα μου φωτιά»(Ψαλμ. 38, 4). Ὅπως ἡ τροφή μέ τή μάσηση εὐχαριστεῖ τή γεύση, ἔτσι καί τά θεῖα λόγια, ὅταν στρέφονται μέσα στήν ψυχή, τρέφουν καί κατευφραίνουν τή διάνοια, ὅπως λέει καί ὁ Ψαλμωδός: «Πόσο γλυκά εἶναι τά λόγια Σου στό λάρυγγά μου!»(Ψαλμ. 118, 103). Ν’ ἀποστηθίζεις καί λόγια τοῦ Εὐαγγελίου καί ἀποφθέγματα τῶν μακαρίων Πατέρων καί νά ἐρευνᾶς τούς βίους τους, γιά νά τά ἔχεις μελέτημά σου κατά τίς νύχτες· ὥστε ὅταν ἡ διάνοιά σου κουραστεῖ ἀπό τήν προσευχή, νά τήν ἀνανεώνεις μέ τήν ἀνάγνωση καί τή μελέτη τῶν θείων λόγων καί νά τήν κάνεις προθυμότερη στήν προσευχή. Ἐπίσης νά χρησιμο­ποιεῖς τήν ψαλμωδία, ἀλλά μέ φωνή πολύ σιγανή καί μέ παρακολούθηση ἀ­πό τό νοῦ, δίχως νά ἀνέχεσαι ν’ ἀφήσεις κάποιο λόγο νά περάσει χωρίς νά τόν ἐννοήσεις. 

 

Κι ἄν ποτέ κάτι διαφύγει τήν προσοχή σου, ἐπανάλαβε τό στί­χο, ὅσες φορές χρειαστεῖ, μέχρις ὅτου κάνεις τό νοῦ σου νά παρακολουθεῖ τά λεγάμενα. Γιατί ὁ νοῦς ἔχει τή δύναμη καί νά ψάλλει μέ τό στόμα, καί τό Θεό νά μνημονεύει. Καί αὐτό διδάξου το ἀπό τή φυσική πείρα. Ὅπως δη­λαδή ἐκεῖνος πού βρίσκεται καί συνομιλεῖ μέ κάποιον, τόν βλέπει ταυτόχρο­να καί μέ τά μάτια του, ἔτσι κι ἐκεῖνος πού ψάλλει μέ τά χείλη μπορεῖ συνά­μα καί νά ἀτενίζει μέ τή μνήμη τό Θεό. Τίς γονυκλισίες μή τίς ἀφήνεις, γιατί μέ τό γονάτισμα εἰκονίζεται ἡ πτώση τῆς ἁμαρτίας καί γίνεται ἕνα εἶδος ἐξομολογήσεως, ἐνῶ μέ τήν ἀνόρθωση ὑποδηλώνεται ἡ μετάνοια καί συμβολίζεται ἡ ὑπόσχεση γιά ἐνάρετο βίο. Κάθε γονυκλισία νά γίνεται μέ τή νοερή ἐπίκληση τοῦ Χριστοῦ, ὥστε πέφτοντας μπροστά στόν Κύριο μέ τήν ψυχή καί μέ τό σῶμα, νά κάνεις εὐδιάλλακτο τό Θεό τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων. 

 

Ἄν, τέλος, ἀπασχολήσεις καί τά χέρια σου μέ κάποιο ἔργο ἀθόρυβο μαζί μέ τήν κατά διάνοια προσευχή, γιά νά ἀποκρούεις τόν ὕπνο καί τή ρα­θυμία, καί τοῦτο συμβάλλει στόν ἀσκητικό ἀγώνα. 

 

Ὅλες αὐτές οἱ ἐργασίες, ὅταν γίνονται μαζί μέ τήν προσευχή, ἀκονί­ζουν τό νοῦ, ἐξορίζουν τήν ἀκηδία, κάνουν πιό ζωηρή τήν ψυχή καί τό νοῦ ὀξύτερο καί θερμότερο στήν ἀπασχόλησή του μέ τήν κατά διάνοιαν ἐργασία. 

 

Ὅταν χτυπήσει τό τάλαντο, βγές ἀπό τό κελί σου, ἔχοντας τά σωμα­τικά μάτια στραμμένα στή γῆ καί τή διάνοια στερεωμένη στή μνήμη τοῦ Θε­οῦ. Ἀφοῦ μπεῖς στήν ἐκκλησία καί πάρεις τή θέση σου στό χορό, μήτε νά ἀργολογεῖς μέ τόν διπλανό σου Μοναχό, μήτε νά μετεωρίζεσαι μέ τό νοῦ σέ ματαιότητες. Ἀλλά ν’ ἀσφαλίζεις τή γλώσσα σου μέ μόνη τήν ψαλμωδία καί τή διάνοιά σου μέ τήν προσευχή. Ὅταν γίνει ἀπόλυση, πήγαινε στό δω­μάτιό σου καί ἄρχισε τόν κανόνα πού σοῦ ἔχει ὁριστεῖ. 

 

Ὅταν πᾶς στήν τράπεζα, μήν παρατηρεῖς γύρω τίς μερίδες τῶν ἀδελφῶν, μήτε νά ἀφήνεις τήν ψυχή σου σέ διάφορες ὑποψίες ὄχι καλές. Νά βλέπεις καί νά τρῶς ἐκεῖνα πού ἔβαλαν ἐμπρός σου, δίνοντας στό στόμα τήν τροφή, στήν ἀκοή τήν ἀκρόαση τῶν ἀναγνωσμάτων καί στήν ψυχή σου τήν προσευχή. Ἔτσι θά τρέφεσαι σωματικά καί πνευματικά καί θά δοξολογεῖς ὁλοκληρωμένα Αὐτόν πού σοῦ παρέχει πλούσια τά ἀγαθά τῆς ἐπιθυμίας σου(Ψαλμ. 102, 5). Ἀπό ἐκεῖ ἀφοῦ σηκωθεῖς μέ σεμνότητα καί σιωπή, πήγαινε στό κελί σου καί σάν ἐργατική μέλισσα νά ἐπιδοθεῖς στήν ἐργασία τῶν ἀρετῶν. Ὅταν ἐκτελεῖς μιά διακονία μαζί μέ τούς ἀδελφούς, νά ἐργάζονται τά χέρια σου, τά χείλη νά σιωποῦν καί ὁ νοῦς νά μνημονεύει τό Θεό. Καί ἄν κανένας ἀρχίσει νά ἀργολογεῖ, γιά νά διακόψεις αὐτή τήν ἀταξία σήκω καί βάλε μετάνοια. 

 

Ν’ ἀποδιώχνεις τούς λογισμούς καί νά μήν τούς ἐπιτρέπεις νά διαβαί­νουν ἀπό τήν καρδιά σου καί νά πολυκαιρίζουν σ’ αὐτήν, γιατί ἡ παραμονή τῶν ἐμπαθῶν λογισμῶν ζωογονεῖ τά πάθη καί θανατώνει τό νοῦ. Ἀμέσως τήν ὥρα πού σέ προσβάλλουν, μέ τήν πρώτη κίνηση τοῦ νοῦ, βιάσου νά τούς ἐξοντώσεις μέ τό βέλος τῆς προσευχῆς. Κι ἄν ἐπιμένουν νά σέ ἐνοχλοῦν καί νά προκαλοῦν σύγχυση στή διάνοιά σου, καί ἄλλοτε νά ὑποχωροῦν, ἐνῶ ἄλ­λοτε νά ἐπιτίθενται, νά ξέρεις ὅτι εἶναι ὀχυρωμένοι πίσω ἀπό προηγούμενό σου θέλημα. Καί ἐπειδή ἔχουν ἀποκτήσει δικαιώματα στήν ψυχή σου λόγω τῆς ἥττας τῆς προαιρέσεώς της, γι’ αὐτό σέ ταράζουν καί σέ ἐνοχλοῦν. Γι' αὐτό πρέπει νά τούς στηλιτεύεις μέ τήν ἐξομολόγηση· γιατί ὅταν φανερω­θοῦν οἱ πονηροί λογισμοί, τρέπονται σέ φυγή. Ὅπως δηλαδή ὅταν φωτίζει τό φῶς, τό σκότος ὑποχωρεῖ, ἔτσι καί τό φῶς τῆς ἐξομολογήσεως ἀφανίζει τούς λογισμούς τῶν παθῶν, πού κι αυτοί εἶναι σκότος. Τοῦτο γίνεται ἐπειδή ἡ κενοδοξία καί ἡ ἄνεση, λόγω τῶν ὁποίων ἔβρισκαν τόπο οἱ λογισμοί, καταστράφηκαν μέ τήν αἰσχύνη τῆς ἐξομολογήσεως καί τήν κακοπάθεια τοῦ κανόνα πού ἐπιβλήθηκε. Ἔτσι, καθώς οἱ λογισμοί βρίσκουν τή διάνοια ἐ­λεύθερη ἀπό τά πάθη μέ τή συνεχή καί κατανυκτική προσευχή, τρέπονται σέ φυγή ντροπιασμένοι. 

 

Ὅταν ὁ ἀγωνιστής προσπαθεῖ μέ τήν προσευχή νά ἀνακόπτει τούς λογισμούς πού τόν ταράζουν, τούς ἀνακόπτει γιά λίγο καί ἐμ­ποδίζει τά ποικίλα νοήματά τους καθώς παλεύει καί ἀντιπολεμᾶ· δέ λυτρώ­νεται ὅμως τελείως, γιατί ἀποδέχεται τίς αἰτίες τῶν λογισμῶν πού τόν ἐνο­χλοῦν, δηλαδή τή σωματική ἀνάπαυση καί τήν ἐπιθυμία τῶν κοσμικῶν τι­μῶν, καί γι’ αὐτές τίς αἰτίες δέ σπεύδει στήν ἐξομολόγηση. Ἔτσι δέν ἔχει εἰ­ρήνη, ἀφοῦ κατέχει αὐτά πού ἀνήκουν δικαιωματικά στούς ἐχθρούς. Ποιός εἶναι ἐκεῖνος πού κατέχει ξένα σκεύη καί δέν τοῦ τά ζητοῦν οἱ ἰδιοκτῆτες τους; Καί ποιός, πού δέν ἀποδίδει ὅταν τοῦ ζητοῦν ἐκεῖνα πού κακῶς κατέ­χει, ἐλευθερώνεται ἀπό τούς ἀντιδίκους του; Ὅταν ὅμως ὁ ἀγωνιζόμενος, ἐνισχυμένος ἀπό τή μνήμη τοῦ Θεοῦ, ἀγαπήσει τήν ἐξουθένωση καί τήν κακοπάθεια τῆς σάρκας καί προχωρήσει χωρίς νά ντρέπεται στήν ἐξομολόγηση τῶν λογισμῶν του, ἀμέσως οἱ ἐχθροί ἀναχωροῦν καί ἡ διάνοια ἐλευθερωμένη ἐξασφαλίζει ἀδιάκοπη τή συνέχεια τῆς προσευχῆς καί τή μελέτη τῶν θείων. 

 

Κάθε ὑπόνοια πού δημιουργεῖται στήν καρδιά σου ἐναντίον κάποιου, νά τήν ἀπορρίπτεις τελείως, γιατί καταλύει τήν ἀγάπη καί τήν εἰρήνη. Κάθε συμφορά πού σοῦ ἔρχεται ἀπ’ ἔξω, νά τή δέχεσαι μέ γενναιότητα, γιατί προ­ξενεῖ τή σωτήρια ὑπομονή, τήν ὑπομονή πού χαρίζει τή διαμονή καί τήν ἀνά­παυση στούς οὐρανούς. Ὅταν ἔτσι περνᾶς τίς ἡμέρες σου, θά ζήσεις τήν πα­ρούσα ζωή μέ καλή διάθεση, καθώς θά σέ εὐφραίνουν οἱ μακάριες ἐλπίδες, ἐ­νῶ κατά τό θάνατό σου θά μετατεθεῖς ἀπό τά ἐδῶ μέ παρρησία καί θά μεταβεῖς στούς τόπους τῆς ἀναπαύσεως, τούς ὁποίους σοῦ ἑτοίμασε ὁ Κύριος, ὡς ἀνταπόδοση τῶν ἐδῶ κόπων σου, γιά νά συμβασιλεύεις μέ Αὐτόν. 

 

 Στόν Κύριο ἀνήκει κάθε τιμή καί προσκύνηση, μαζί μέ τόν ἄναρχο Πα­τέρα Του καί τό πανάγιο, ἀγαθό καί ζωοποιό Του Πνεῦμα, τώρα καί πάντο­τε καί σέ ὅλους τούς αἰῶνες. Ἀμήν. 

-------------------------------------------- 

(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, δ΄τόμος, σελ. 145-154).

Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2011

"Κεφάλαια"


 
 (Όσιος Θεόληπτος Φιλαδελφείας)
 
1. Ὅταν ὁ νοῦς φεύγει ἀπό τά ἔξω πράγματα καί συνάγεται πρός τά ἔσω, τότε ἐπιστρέφει στόν ἑαυτό του· ἑνώνεται δηλαδή φυσικῶς μέ τόν κατά διάνοια λόγο καί, μέ τό λόγο πού ἐνυπάρχει οὐσιωδῶς μέσα του, ἑνώνεται μέ τήν προσευχή. Καί διά μέσου τῆς προσευχῆς ἀνεβαίνει στή γνώση τοῦ Θεοῦ μέ ὅλη τήν ἀγαπητική του δύναμη καί διάθεση. Τότε ἡ σαρκική ἐπιθυμία ἀναχωρεῖ, κάθε ἡδονική αἴσθηση μένει ἀργή καί τά ὡραῖα τῆς γῆς φαίνονται ἀηδή. Γιατί ἡ ψυχή, ἀφοῦ ἔριξε πίσω της ὅλα ὅσα ἀνήκουν στό σῶμα ἤ σχετίζονται μέ αὐτό, τρέχει πίσω ἀπό τήν ὡραιότητα τοῦ Χριστοῦ, ἀκολουθώντας Τον ὑπάκουα μέ τά ἔργα τῆς σεμνῆς πολιτείας καί τῆς ἁγνείας τῆς διάνοιας καί ψάλλοντας: «Παρθένες θ’ ἀκολουθήσουν πίσω ἀπό τόν βασιλιά»(Ψαλμ. 24, 15). Φαντάζεται καί βλέπει ἐμπρός της τό Χριστό, καί λέει: «Βλέπω πάντοτε τόν Κύριο ἐμπρός μου, γιατί στέκεται στά δεξιά μου»(Ψαλμ. 15, 8). Στό Χριστό προσκολλᾶται μέ τήν ἀγάπη καί Τοῦ λέει: «Κύριε, σ’ ἐσένα στρέφεται ὅλη ἡ ἐπιθυμία μου»(Ψαλμ. 37, 10). Στό Χριστό ἀτενίζει διαρκῶς καί ἀναφωνεῖ: «Τά μάτια μου εἶναι διαρκῶς στραμμένα πρός τόν Κύριο»(Ψαλμ. 24, 15). Μέ τό Χριστό συνομιλεῖ μέσω τῆς καθαρῆς προσευχῆς προξενώντας εὐχαρίστηση σ’ Αὐτόν καί εὐφροσύνη στόν ἑαυτό της, κατά τό ψαλμικό: «Εἴθε νά εὐχαριστήσει τόν Κύριο ἡ συνομιλία μου μέ Αὐτόν, κι ἐγώ θά εὐφρανθῶ ἀπό τήν ἐπικοινωνία μου μαζί Του»(Ψαλμ. 103, 34). Γιατί ὁ Θεός δέχεται τή συνομιλία τῆς προσευχῆς ἐπειδή Αὐτός εἶναι πού ἡ ψυχή ἀγαπᾶ καί ἐπικαλεῖται καί ζητᾶ τή βοήθειά Του, καί χαρίζει στήν δεόμενη ψυχή τήν ἀνέκφραστη χαρά. Καθώς δηλαδή αὐτή μνημονεύει τό Θεό κατά τή συνομιλία τῆς προσευχῆς, εὐφραίνε¬ται ἀπό τόν Κύριο, ὅπως λέει ὁ Ψαλμωδός: «Θυμήθηκα τό Θεό καί εὐφράνθηκα»(Ψαλμ. 76, 4). 
 
2. Ν’ ἀποφεύγεις τίς αἰσθήσεις, καί θά ἀδρανοποιήσεις τήν ἡδονή τῶν αἰσθητῶν. Ν’ ἀποφεύγεις τίς φαντασίες τῶν εὐχαρίστων πραγμάτων κατά τή διάνοια, καί θά καταργήσεις τήν ἡδυπάθεια τῶν λογισμῶν. Κι ὅταν ὁ νοῦς μένει χωρίς φαντασίες, γιατί δέν ἐπιτρέπει οὔτε στούς τρόπους τῆς ἡδονῆς, οὔτε στούς λογισμούς τῆς ἐπιθυμίας νά τοῦ ἀποθέτουν τό ἐκτύπωμα καί τή σφραγίδα τους, τότε βρίσκεται στήν καθαρότητα. Καί ἀφοῦ ἀνεβεῖ πάνω απ’ ὅλα τά αἰσθητά καί τά νοητά, ἀνεβάζει τήν ἔννοια στό Θεό. Καί μέ τή συνεχή μνήμη, φωνάζει ἀπό τά βάθη τῆς ψυχῆς του τό ὄνομα τοῦ Κυρίου καί τίποτε ἄλλο, ὅπως τό βρέφος φωνάζει τό ὄνομα τοῦ πατέρα του. «Θά καλέσω, λέει στή Γραφή, μέ τό ὄνομά μου τόν Κύριο ἐνώπιον σου»(Ψαλμ. 33, 19). Κι ὅπως ὁ Ἀδάμ, ἀφοῦ πλάστηκε ἀπό χῶμα μέ τό χέρι τοῦ Θεοῦ, ἔγινε ψυχή ζῶσα μέ τό θεῖο ἐμφύσημα(Γέν. 2, 7), ἔτσι κι ὁ νοῦς, ἀφοῦ διαπλαστεῖ μέ τίς ἀρετές, προφέροντας ἀδιάκοπα τήν ἐπίκληση τοῦ Κυρίου μέ καθαρή διάνοια καί θερμή διάθεση, ὑφίσταται τή θεία ἀλλοίωση, καθώς ζωογονεῖται καί θεοποιεῖται, ἐπειδή γνωρίζει καί ἀγαπᾶ τό Θεό. 
 
3. Ἄν ἀπομακρυνθεῖς ἀπό τήν ἐπιθυμία τῶν γηίνων μέ τήν συνεχή καί εἰλικρινή προσευχή καί ἀναπαυθεῖς ὄχι μέ ὕπνο, ἀλλά ἀφήνοντας κάθε ἔννοια πού ἀφορᾶ στά κτίσματα καί στηριχτεῖς ἀποκλειστικά σέ μόνη τή μνήμη τοῦ Θεοῦ, θά οἰκοδομηθεῖ μέσα σου, σάν ἄλλη βοηθός, ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Γιατί ἡ κραυγή τῆς προσευχῆς πού βγαίνει ἀπό τήν ἐσωτερική διάθεση, κάνει νά βλαστήσει ἡ θεία ἀγάπη· καί ἡ θεία ἀγάπη ἀφυπνίζει τό νοῦ γιά νά τοῦ φανερώσει τά ἀπόκρυφα. Τότε ὁ νοῦς, ἀφοῦ ἑνωθεῖ μέ τήν ἀγάπη, καρπώνεται τή σοφία· καί μέ τή σοφία ἐξαγγέλλει τά ἀπόρρητα. Ὁ Θεός Λόγος δηλαδή, ὅταν καλεῖται μέ τήν κραυγή τῆς προσευχῆς πού βγαίνει ἀπό τήν ἐσωτερική διάθεση, παίρνει τή νοητική ἐνέργεια τοῦ νοῦ σάν νά ἦταν ἡ πλευρά τοῦ Ἀδάμ, χαρίζοντας τή γνώση· καί στή θέση της ἀναπληρώνει τήν ἀ-γαθή διάθεση, δωρίζοντας τήν ἀρετή. Στή συνέχεια οἰκοδομεῖ τή φωτοποιό ἀγάπη καί τήν ὁδηγεῖ στό νοῦ πού βρίσκεται σέ ἔκσταση καί ὕπνο καί ἀναπαύεται ἀπό κάθε γήινη ἐπιθυμία. Ἡ ἀγάπη παραστέκεται σάν ἄλλη βοηθός τοῦ νοῦ, ὁ ὁποῖος ἀναπαύθηκε ἀπό τήν ἄλογη προσκόλληση στά αἰσθητά, γι’ αὐτό καί τόν ἀφυπνίζει, γιατί εἶναι πιά καθαρός, γιά ν’ ἀκούσει τά λόγια τῆς σοφίας. Τότε ὁ νοῦς, βλέποντας πρός τήν ἀγάπη καί γεμίζοντας ἀπό ἡδονή, φανερώνει στούς ἄλλους τίς κρυφές καταστάσεις τῶν ἀρετῶν καί τίς ἀθέατες ἐνέργειες τῆς γνώσεως, ἀναπτύσσοντάς τις μέ τό λόγο. 
 
4. Ἀποσπάσου ἀπό ὅλα τά αἰσθητά καί ἐγκατάλειψε τό νόμο τῆς σάρκας καί ὁ πνευματικός νόμος θά γραφεῖ στή διάνοιά σου. Ὅπως δηλαδή ἐκεῖνος πού κινεῖται ἀπό τίς ἐμπνεύσεις τοῦ Πνεύματος, δέν ἐκτελεῖ τίς ἐπιθυμίες τῆς σάρκας, κατά τόν Ἀπόστολο(Γαλ. 5, 16), ἔτσι κι ἐκεῖνος πού βγαίνει ἔξω ἀπό τίς αἰσθήσεις καί τά αἰσθητά, δηλαδή ἔξω ἀπό τή σάρκα καί τόν κόσμο, φτάνει νά κινεῖται ἀπό τό Πνεῦμα καί νά φρονεῖ τά τοῦ Πνεύματος. Καί αὐτό μάθε τό ἀπό ἐκεῖνα τά ὁποῖα ἔκανε ὁ Θεός στόν Ἀδάμ πρίν ἀπό τήν παρακοή. 
 
5. Ἐκεῖνον πού ἀγωνίζεται νά φυλάει τίς ἐντολές καί καρτερεῖ μέσα στόν παράδεισο τῆς προσευχῆς καί μένει κοντά στό Θεό μέ τήν ἀδιάκοπη μνήμη Του, ὁ Θεός τόν ἀποσπᾶ ἀπό τίς φιλήδονες ἐνέργειες τῆς σάρκας, ἀπ’ ὅλα τά κινήματα τῆς αἰσθήσεως καί απ’ ὅλα τά ἐμπαθή σχήματα τῆς διάνοιας. Καί κάνοντάς τον νεκρό γιά τά πάθη καί τήν ἁμαρτία, τόν καθιστᾶ μέτοχο τῆς θείας ζωῆς. Ὅπως δηλαδή ἐκεῖνος πού κοιμᾶται, καί μέ νεκρό μοιάζει, καί ζωντανός εἶναι, τό πρῶτο κατά τήν ἐνέργεια τοῦ σώματος, τό δεύτερο μέ τή συνέργεια τῆς ψυχῆς, ἔτσι κι ἐκεῖνος πού μένει κοντά στό Πνεῦμα· γίνεται νεκρός γιά τή σάρκα καί τόν κόσμο, ζεῖ ὅμως κατά τό φρόνημα τοῦ Πνεύματος. 
 
6. Ἄν κατανοεῖς ἐκεῖνα πού ψάλλεις, ἀποκτᾶς τήν ἐπίγνωσή τους. Ἀπό τήν ἐπίγνωση ἀποκτᾶς σύνεση. Ἀπό τή σύνεση βλαστάνει ἡ πράξη ἐκεῖνων πού κατανόησες. Ἀπό τήν πράξη καρπώνεσαι τήν γνώση πού ἀποτελεῖ ἕξη. Ἡ γνώση πού συνοδεύεται ἀπό τήν πείρα, πηγάζει τήν ἀληθινή θεωρία. Ἀπό αὐτήν ἀνατέλλει ἡ σοφία καί γεμίζει μέ τά φωτοβόλα λόγια τῆς χάρης τόν ἀέρα τῆς διάνοιας καί ἐξηγεῖ καί στούς ἄλλους τά ἀπόκρυφα. 
 
7. Πρῶτα ὁ νοῦς ζητᾶ καί βρίσκει, καί κατόπιν ἑνώνεται μ’ ἐκεῖνο πού βρῆκε. Τήν ἀναζήτηση τήν κάνει μέ τό λογικό, ἐνῶ τήν ἕνωση μέ τήν ἀγάπη. Καί ἡ μέν ἀναζήτηση μέσω τοῦ λογικοῦ γίνεται γιά τήν ἀλήθεια, ἡ δέ ἕνωση τῆς ἀγάπης γιά τό ἀγαθό. 
 
8. Ἐκεῖνος πού ξεπερνᾶ τή ρευστή φύση τῶν παρόντων καί παραβλέπει τήν ἐπιθυμία τῶν προσκαίρων, δέ βλέπει κάτω, δέν ἐπιθυμεῖ τά ὡραῖα τῆς γῆς· ἀλλά τοῦ ἀνοίγονται τά ἄνω θεάματα καί κατοπτεύει τά κάλλη τῶν οὐρανῶν καί τή μακαριότητα τῶν ἀμόλυντων πραγμάτων. Ὅπως δηλαδή γιά κεῖνον, πού χάσκει ἐμπρός στά ὑλικά πράγματα καί εἶναι σκυμμένος στίς ἡδονές τῆς σάρκας, εἶναι κλειστοί οἱ οὐρανοί, ἀφοῦ εἶναι σκοτισμένα τά νοερά μάτια του, ἔτσι κι ἐκεῖνος πού περιφρονεῖ τά κάτω καί τ’ ἀποστρέφεται, ἔχει ὑψωμένο ἐπάνω τό νοῦ του καί βλέπει τή δόξα τῶν αἰωνίων, καί ἀντικρύζει τή λαμπρότητα πού ἔχει ἑτοιμαστεῖ γιά τούς Ἁγίους. Αὐτός δέχεται καί τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πού κατέρχεται σ’ αὐτόν ἀπό τόν οὐρανό καί γίνεται ναός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ποθεῖ τά θελήματα τοῦ Θεοῦ καί ὁδηγεῖται ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ καί ἀξιώνεται τήν υἱοθεσία καί ὁ Θεός εὐαρεστεῖται καί ἱκανοποιεῖται ἀπό αὐτόν. Γιατί ὅσοι ὁδηγοῦνται ἀπό τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ, αὐτοί εἶναι υἱοί τοῦ Θεοῦ. 
 
9. Ὅσο ἀναπνέεις, μήν ἀφήσεις ἐξαιτίας ἀσθένειας τήν προσευχή οὔτε μία ἡμέρα, ἀκούγοντας τόν Ἀπόστολο πού λέει: «Ὅταν ἀσθενῶ, τότε εἶμαι δυνατός»(Β΄ Κορ. 12, 10). Ὅταν κάνεις ἔτσι, θά ὠφεληθεῖς πολύ, καί ἡ προσευχή θά σέ σηκώσει γρήγορα ἐπάνω, μέ τή βοήθεια τῆς χάρης. Γιατί ὅπου ὑπάρχει ἡ παρηγορία τοῦ Πνεύματος, δέν ἐπιμένει ἡ ἀσθένεια ἤ ἡ ἀκηδία. 
 
------------------------------------------------------------------ 
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, δ΄τόμος, σελ. 155-157).

Σάββατο 1 Οκτωβρίου 2011

Νικηφόρος ο Μονάζων, όσιος: Σύντομη Βιογραφία και Εισαγωγικά Σχόλια (Φιλοκαλία)

Σύντομη Βιογραφία: Ο οσιότατος Πατέρας μας Νικηφόρος, ο οποίος διήνυσε το στάδιο των ασκητικών αγώνων στο αγιώνυμο όρος του Άθω, ήκμασε λίγο πριν από το 1340. Έγινε καθοδηγητής και μυσταγωγός του Γρηγορίου Θεσσαλονίκης (του Παλαμά) στα υψηλά μαθήματα της ασκητικής φιλοσοφίας, όπως το μαρτυρεί κάπου ο τελευταίος.

Στηρίξτε......

  • Η σαλάτα του Νεοέλληνα - Δεν θέλω να μπω στο γαϊτανάκι του πολέμου που (για ακόμα μια φορά σε αυτή τη χώρα) έχει ξεσπάσει σχετικά με την επικείμενη συμφωνία των Πρεσπών, μα δεν μπο...
    Πριν από 5 χρόνια