ΑΓΑΠΗΜΕΝΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ

Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2012

Κάλλιστος Αγγελικούδης: "Στο χωρίο· «Εκείνοι ήταν οι ευγενείς από τις ανατολές του ηλίου» (4ο μέρος -τελευταίο)"

Το 1ο μέρος εδώ
Το 2ο μέρος εδώ
Το 3ο μέρος εδώ

62. Μόνο όσοι δέχτηκαν από τη χάρη με τη διόραση την πνευματική αίσθηση, εννοούν με σημάδια φανερά και πάρα πολύ σαφή και πραγματικά εκείνους που δεν έχουν την πνευματική αίσθηση αλλά βαδίζουν ψυχικά. Γιατί, κατά τον θείο Παύλο, ένας τέτοιος άνθρωπος μπορεί να διακρίνει τα πάντα, αν και ο ίδιος δεν μπορεί να κατανοηθεί από κανέναν άλλο(Α΄ Κορ. 2, 15). 

Αλλά σε οποιαδήποτε κατάσταση είναι οι άλλοι, όχι μόνο δε βλέπουν τον άδειο από θείο Πνεύμα, αλλά συχνά και επαινούν από ανοησία αυτούς που είναι για ελεεινολόγηση, επειδή δε δέχτηκαν αίσθηση πνευματική από τη χάρη και τους κυβερνά κοσμικό πνεύμα και είναι ψυχικοί, όπως τους αποκαλεί ο θείος λόγος(Α΄Κορ. 2, 14).

Γιατί εκείνοι που έχουν πνευματική αίσθηση κι έχουν πλησιάσει την ομοιότητα με το Θεό, κρίνουν τα πράγματα όχι με αυθάδεια ή παρασυρμένοι από το φαινόμενο, όπως κάνουν οι περισσότεροι, αλλά σύμφωνα με την αναλλοίωτη και αιώνια αλήθεια που αυτά περιέχουν, μυημένοι πάντως από το ζωοποιό και φωτιστικό Πνεύμα, το οποίο σε όσους κατοικήσει φανερά, παρέχει ζωή υπερφυσική, διαφορετική από τη συνηθισμένη, και φως και γνώση, όχι βέβαια όπως βλέπουν οι πολλοί τα πράγματα. 

Τέτοιος ήταν ο πατριάρχης Ιακώβ, ο οποίος άλλαξε πολλούς τόπους, μένοντας πνευματικά στον ένα αυτό τόπο, και είδε με τα μάτια της διακρίσεως και είπε πολλά για τους γιους του, άξια θαυμασμού(Γεν. 49, 1 κ.ε.). Έτσι και ο Ησαΐας, ο πιο μεγαλόφωνος προφήτης, βλέποντας τον Ιησού να οδηγείται σαν πρόβατο στη σφαγή(Ησ. 53, 7), ούτε από το πάθος Του παρασύρθηκε, ούτε στην ταπείνωση εκείνη προσέκρουσε, αλλά με πνευματικά μάτια έβλεπε μυστικά τη δόξα που κρυβόταν σ' όλα αυτά, όπως έπρεπε· ήταν τέτοιος, που ενώ έβλεπε τη μορφή και το κάλλος του Ιησού αφανισμένα(Ησ. 53, 3), καθώς και τα άλλα παθήματά Του, εντούτοις ομολογούσε τη θεότητά Του. 

Τέτοιοι πνευματικοί ήταν γενικά όλοι οι ιεροί Προφήτες, βλέποντας νοερά τα νοητά με την έλλαμψη του Πνεύματος. Εκείνους όμως που έχουν το πνεύμα του κόσμου, ή μάλλον, να πω σωστότερα, εκείνους που κατέχονται από το κοσμικό πνεύμα, όποιος θέλει να τους παρατηρήσει ευκολότατα, ας θυμηθεί τη φατρία εκείνη των Γραμματέων και Φαρισαίων που αναφέρουν τα Ευαγγέλια, πώς καταγίνονταν με τα φαινόμενα καλά και πώς επεδίωκαν με πάθος να επιδειχτούν και να ονομάζονται διδάσκαλοι του Ισραήλ με όλη την ψυχή τους, με το μεγαλοπρεπές σχήμα και βάδισμα, και τίποτε άλλο δεν έκαναν πέρα από το εξωτερικό σχήμα και υποκρίνονταν τους ενάρετους με τα καλά τους λόγια(Ματθ. 23, 3 κ.ε.). 

Γι' αυτό και καταδίκασαν σκληρά σε θάνατο τον Ιησού Χριστό —τί φοβερή τυφλότητα!— τον γνησιότατο Υιό του Θεού των όλων, τη θεία και αληθινή ζωή, εξαιτίας του φθόνου που γέννησε μέσα τους το κοσμικό πνεύμα. Αν δηλαδή το Άγιο Πνεύμα, όπως έχει γραφεί(Ιακ. 4, 5), δε μιλάει μέσα μας με κίνητρο το φθόνο, είναι φανερό ότι το πνεύμα του κόσμου μιλάει από φθόνο και κατά συνέπεια η κρίση του είναι άδικη και σκοτεινή. Γι' αυτό, όπως έχει γραφεί, θα χτυπήσουν τα στήθη τους(Αποκ. 1, 7) στον καιρό της καθολικής κρίσεως και θα ελεεινολογήσουν τον εαυτό τους και θα δουν γεμάτοι φόβο Εκείνον που κέντησαν με τη λόγχη(Ιω. 19, 37) και θα πουν γεμάτοι απορία: «Αυτός δεν είναι που εμείς τον είχαμε για τίποτε και που θεωρούσαμε παραφροσύνη τον τρόπο ζωής Του; Πώς λογαριάστηκε ανάμεσα στους υιούς του Θεού;(Σ. Σολ.5, 4-5)». 

Γιατί αφού εξαπατήθηκαν από το κοσμικό πνεύμα και κυριεύτηκαν από το σκότος της οιήσεως και σκόνταψαν φοβερά, δεν μπορούσαν φυσικά να δουν την πραγματική αλήθεια και να πορευτούν στο εξής σύμφωνα με αυτή, με την οποία πορεύονται εκείνοι που έχουν το ηγεμονικό και ευθές και φωτιστικό Πνεύμα. Για τους πνευματικούς λέει κάπου ο Παύλος: «Δε γνωρίζετε ότι θα κρίνομε αγγέλους; Δεν είμαστε λοιπόν ικανοί να κρίνομε βιοτικές υποθέσεις;»(Α΄ Κορ. 6, 3). Έτσι, εκείνος που έχει το Πνεύμα κατανοεί τα πάντα(Α΄ Κορ. 2, 15), το Οποίο, όπως λέει ο Κύριος, ο κόσμος δεν μπορεί να το λάβει, ούτε το θεωρεί(Ιω. 14, 17). 

Όσοι λοιπόν δεν έχουν ντυθεί με αληθινή αίσθηση ψυχής και δεν έχουν μέσα τους το υπερουράνιο Άγιο Πνεύμα να ενεργεί άρρητα και μυστικά και να λέει τα ανέκφραστα, αυτοί είναι φανερό ότι έχουν το πνεύμα του κόσμου. «Εσείς όμως —λέει ο Παύλος— δεν είστε πλέον σαρκικοί, αλλά πνευματικοί, αν βέβαια κατοικεί μέσα σας Πνεύμα Θεού. Εκείνος όμως που δεν έχει Πνεύμα Χριστού, αυτός δεν ανήκει σ' Αυτον»(Ρωμ. 8, 9). 

Βλέπεις λοιπόν ότι εκείνοι που έχουν μέσα τους το Πνεύμα δεν είναι σαρκικοί; Και ότι εκείνοι που, αλοίμονο, τους λείπει θλιβερά Αυτό, όχι μόνο δεν μπορούν να κρίνουν ορθά για τα θεία, αλλά ούτε του Χριστού άνθρωποι πέτυχαν να είναι; Κι αλλού ο Απόστολος δείχνει πιο ανάγλυφα την αντίθεση του κοσμικού πνεύματος προς το Πνεύμα του Θεού, λέγοντας: «Εμείς δε λάβαμε το πνεύμα του κόσμου αλλά το Πνεύμα του Θεού, για να γνωρίσομε εκείνα που μας χάρισε ο Θεός»(Α΄ Κορ. 2, 12). Εννοείς τώρα ότι τα θεία και την αλήθεια μπορούν να εννοήσουν μόνο εκείνοι που δέχτηκαν το Πνεύμα του Θεού; Όπως είπε και ο Κύριος: «Όταν έρθει Εκείνος, το Πνεύμα της αλήθειας, θα σας οδηγήσει σε ολόκληρη την αλήθεια»(Ιω. 16, 13). 

Βλέπεις πώς έρχεται πραγματικά στο νου η πλήρης αλήθεια, οπότε πιά και η κρίση είναι εύκολη και ασφαλής; Γι' αυτό το Άγιο Πνεύμα ονομάζεται Πνεύμα βουλής, Πνεύμα επιστήμης, Πνεύμα συνέσεως και σοφίας(Ησ. 11, 2), Πνεύμα ηγεμονικό(Ψαλμ. 50, 14), Πνεύμα ευθές(Ψαλμ. 50, 12), Πνεύμα της αλήθειας(Ιω. 14, 17). Ακόμη ο Ησαΐας το ονομάζει και Πνεύμα κρίσεως(Ησ. 4, 4), γιατί με αυτό η ψυχή διευθύνεται προς τα λεχθέντα με ευθυκρισία και με αυτό τα ενεργεί κατά το πρέπον, αφού και αυτή είναι μέτοχος του Πνεύματος, και χωρίς Αυτό όλα είναι γεμάτα σκότος και έρημα από αλήθεια. 

Εκείνος που είναι άμοιρος από το Πνεύμα της αλήθειας και από όσα είπαμε στη συνέχεια κι επιχειρεί έπειτα να κρίνει, θα βγάλει εσφαλμένα συμπεράσματα και θ' αστοχήσει ως προς την αλήθεια. Κανείς, λέει, δε γνωρίζει τα μυστικά του άλλου, παρά το πνεύμα που υπάρχει μέσα του· το δε Πνεύμα ερευνά τα πάντα(Α΄ Κορ. 2, 11 και 10). Και αν χωρίς Αυτό ήταν δυνατό να βρει κανείς την αλήθεια, δε θα λεγόταν το Άγιο Πνεύμα Πνεύμα αλήθειας και Πνεύμα κρίσεως και τα άλλα που αναφέραμε. 

Αν κανείς πει ότι κρίνει χωρίς το Πνεύμα της αλήθειας, θα είναι συνήγορος του ψεύδους, γιατί εννοεί κάτι το ανύπαρκτο και με μία λέξη θα εκπέσει από την αλήθεια (είναι και Πνεύμα κρίσεως) και θα εξοριστεί με τη θέλησή του από το Θεό και από τη δόξα του Θεού και θα διχοτομηθεί δίκαια, γιατί κρίνει παρά την αλήθεια και αποφασίζει με ιταμότητα, προδίδοντας τυφλά το δίκαιο, κυριολεκτικά σαν άλλος Ιούδας. Γιατί κι εκείνος ο τρισάθλιος καταδικάστηκε από αυτό· επειδή πρόδωσε αισχρά και αδικαιολόγητα τη Δικαιοσύνη και την Αλήθεια, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, που έστειλε σ' εμάς ο Πατέρας ως δικαίωσή μας(Α΄ Κορ. 1, 30) και που είπε ότι Αυτός είναι η αλήθεια(Ιω. 14, 6). 

Φαρισαίε άθλιε, τυφλέ, περιέρχεσαι άδειος από το Πνεύμα που φωτίζει τους νοερούς οφθαλμούς της ψυχής κι έχεις το θράσος να κρίνεις σφαλερά από τα φαινόμενα το εσωτερικό του ανθρώπου, όπως κι οι τότε Φαρισαίοι έβλεπαν —ανίσως και έβλεπαν— παράδοξες αναστάσεις νεκρών και πάμπολλα άλλα θαύματα, τα οποία ως Θεός αληθινός ο Ιησούς έκανε μόνο με το νεύμα Του, κι ενώ θα έπρεπε να Τον δοξάζουν και να Τον υμνούν και να πιστεύουν σ' Αυτόν, αυτοί αγανακτούσαν και στενοχωρούνταν για τη σοφότατη και φιλάνθρωπη κατάργηση του σαββάτου και γιατί δε νήστευαν οι μαθητές του Νυμφίου(Ματθ. 9, 15) και γιατί έτρωγαν χωρίς να πλύνουν τα χέρια τους(Μάρκ. 7, 2). 

Ολότελα άμυαλε, θα έλεγα, και ανόητε και γεμάτε από σκότος Φαρισαίε, θέλεις να διορθώσεις την πηγή της σοφίας και των ανέκφραστων θαυμάτων και παραβλέποντας έργα με τόσο μεγάλη δύναμη, προσέχεις τάχα τα πιο ασήμαντα που έγιναν για λόγο ακατανόητο σε σένα; Πόσο διεστραμμένος, αχάριστος και αναίσθητος είσαι! Και αν σκανδαλίζεσαι, ενώ δεν έπρεπε, από τα μηδαμινά, πώς δε θαύμασες τα μέγιστα έργα, τα οποία έκανε πέρα από τα συνηθισμένα, και πώς δε προσερχόσουν τότε ταπεινά προς Αυτόν που τα πραγματοποίησε, δοξάζοντας όπως έπρεπε και υμνώντας Τον, και δε ζητούσες με ευθύτητα να σού εξηγήσει το λόγο που έκανε όσα εσύ νομίζεις ότι υπερβαίνουν το συνηθισμένο μέτρο; Αλλά, όπως φαίνεται, η οίηση είναι το χειρότερο και φοβερότερο απ' όλα, όπως και η πονηρία που την ακολουθεί. Είναι τόσο σκοτεινή, όσο νομίζει ότι γνωρίζει· και τόσο ανόητη, όσο αγνοεί την άγνοιά της. 

Άλλοτε πάλι, Φαρισαίε τυφλέ, δεν εξετάζεις αν είναι καθαρό το εσωτερικό του ποτηριού, αλλά νομίζεις ότι πρέπει να εξετάζεις και να καθαρίζεις απ' έξω το ποτήρι ή το πιάτο(Ματθ. 23, 26). Ούτε ακούς τί λέει για την κρίση ο Χριστός, η αληθινή σοφία: «Μην κρίνετε κατ' όψιν, μάθετε να κρίνετε με κριτήρια ορθά»(Ιω. 7, 24). Δεν εννοείς ότι δεν μπορείς να κρίνεις δίκαια κατά το φαινόμενο και να παίρνεις αποφάσεις ορθές; Αυτό δηλώνει το «κατ' όψιν», δηλαδή το φαινόμενο. 

Πώς λοιπόν εσύ, αναίσθητε, χωρίς να φοβάσαι μήτε την εντολή του Πατέρα, μήτε όπως φαίνεται να εννοείς ότι δεν είναι εκείνο που φαίνεται ο κυρίως άνθρωπος, νομίζεις ότι το να κρίνεις από το φαινόμενο φέρνει πολύ μικρή ντροπή, αντί να κρύβεσαι; Και φυσικά, εφόσον ζεις στερημένος από τη θεία ζωή, στερημένος το φως, τη σοφία, την αλήθεια και τη γνώση και τα άλλα μύρια αγαθά που εκχύνονται και μεταδίδονται από το Πνεύμα, χωρίς τα οποία όχι μόνο τα ξένα δεν μπορείς να κρίνεις χωρίς να σφάλλεις, αλλά ούτε τον εαυτό σου μπορείς να δεις σε ποιο βάθος κακών έχεις πέσει. Αφαίρεσε, αν σε πείθω, το δοκάρι από το μάτι σου, εννοώ την ιδέα ή την οίηση από το νου σου· και τότε αφού δεις, μπορείς δικαιολογημένα στη συνέχεια ν' αφαιρέσεις από το μάτι του αδελφού σου το σκουπιδάκι, το αμάρτημα δηλαδή που μπήκε απρόοπτα και χωρίς να το καταλάβει(Ματθ. 7, 5). 

Όσο το εσωτερικό μάτι σου δε βλέπει φως νοητό, είναι φανερό το δοκάρι που έχει πάνω του και του προξενεί την τύφλωση. Προτού λοιπόν φροντίσεις με κάθε τρόπο τον εαυτό σου και προτού απομακρύνεις όσο γίνεται μακριά από σένα το κακό, πρόσεξε μην εξαπατηθείς από τον δαίμονα και υποστείς παθήματα από την ανοησία σου με το να επιχειρείς αυτά που μόνο στους φωτιζόμενους ανήκουν. Επισφαλής, και μάλιστα πολύ, αυτή η ενέργεια· επικίνδυνη η προσπάθεια. Αυτοί που πρέπει να μιλήσουν και κατ' ακολουθίαν να κρίνουν είναι οι λυτρωμένοι από τον Κύριο, όπως συμβουλεύει ο ιερός Δαβίδ, αυτοί δηλαδή που ο Κύριος λύτρωσε από τα χέρια των έχθρών(Ψαλμ. 106, 2), των νοητών εννοείται, και τους σύναξε από τις χώρες, δηλαδή από τις εμπαθείς και ανοίκειες και πολυποίκιλες έξεις, και τους ένωσε με τον εαυτό τους και με τη δόξα Του. Αυτοί λοιπόν που είναι συναγμένοι και ενωμένοι και φωτισμένοι, ως λυτρωμένοι πια και σωσμένοι, ας μιλήσουν και ας κρίνουν. 

Εσύ όμως, αφού δεν είσαι γεμάτος φως πνευματικό, όπως είπα, ασφαλίζου με τη σιωπή και μη ντρέπεσαι να μαθαίνεις μάλλον και να ομολογείς την άγνοιά σου, ακούγοντας οποιοδήποτε λόγο, λόγο σωτηρίας βέβαια κι όχι απώλειας. Πώς δε σε συνετίζει ο λόγος του Χριστού: «Εγώ δεν κρίνω κανένα»(Ιω. 8, 15); Ενώ εσύ τί λες; «Εγώ θα κρίνω τους πάντες». Τί αμάθεια, για να μην πω τί αναισθησία! Λέει η Γραφή: «Ο Πατέρας έδωσε όλη την εξουσία να κρίνει στον Υιό»(Ιω. 5, 22). Ο Υιός έλαβε την εξουσία να κρίνει από τον Πατέρα· εσένα όμως ποιος σου την παραχώρησε; Άραγε η Τριάδα κατοικεί πραγματικά και περπατεί φανερά μέσα σου, όπως είναι η υπόσχεση του Θεού(Β΄ Κορ. 6, 16); Άραγε βλέπεις τον εαυτό σου μέσα στο Θεό Λόγο και το Θεό Λόγο μέσα σου; Μήπως είσαι μέσα στο Θεό; Κυλούν τάχα οι ποταμοί του Αγίου Πνεύματος ή αναβλύζουν ολοφάνερα με απρόσιτο φως μέσα από την καρδιά σου; Έχεις και όλα τ' άλλα, όσα ο Θεός ενεργεί φανερά στους αγίους Του; Ή είσαι πολύ μακριά από αυτά; Λοιπόν σταμάτησε τη γλώσσα σου να κακολογεί και κλείσε τα χείλη σου να μη λαλούν δόλια(Ψαλμ. 33, 14). Αναζήτησε προσεκτικά άλλους, να τους ερωτάς και να διδάσκεσαι· μην κηρύττεις ό,τι διδάσκεσαι· όταν σ' εξετάζουν άλλοι, εσύ ο ίδιος μην κρίνεις καθόλου.

Γιατί είναι μεγάλη ανοησία να προσπαθεί ένας τυφλός να διαβάζει βιβλία, κι ακόμη μεγαλύτερη, να νομίζει κανείς ότι, χωρίς να έχει το ζωοποιό Πνεύμα, γνωρίζει τα ενδόμυχα του άλλου, αφού ούτε τα δικά του δε γνωρίζει με ακρίβεια. Αλλά αυτά είναι τέχνες και προφάσεις του πονηρού και φθονερού δαίμονα που μισεί το καλό, τα οποία στρέφονται ολοφάνερα εναντίον μας καθώς σκληραίνομε από την οίησή μας και αντίθετα απ' ό,τι πρέπει τολμούμε να κρίνομε, ώστε με τέτοια αμάθεια να σκοντάψομε και ν' αστοχήσομε στην αλήθεια. 

Και αντί να έρθομε για να μάθομε, να μείνομε χωρίς κανένα όφελος και εκτός από τον εαυτό μας να γίνομε ένοχοι σκανδάλου και βλάβης στους άλλους και υπεύθυνοι στο φρικτό δικαστήριο του Θεού, γιατί δε διακρίνομε ότι ήταν φυσικά σκευωρία του διαβόλου και δεν πεισθήκαμε στην εντολή του μεγάλου Παύλου, που λέει: «Τίποτε να μην κρίνομε πρόωρα»(Α΄ Κορ. 4, 5), προτού δηλαδή να έρθει μέσα μας ο Κύριος και με τη χάρη του Πνεύματος μας φωτίσει και αντίστοιχα μας φανερώσει τα βαθιά μυστικά. 

Και αφού μας διδάξει ορθά γνώσεις και αποκαλύψεις θείων οράσεων και μυστικών πραγμάτων και μας αναδείξει χωρίς κίνδυνο πλάνης ανθρώπους αληθινά πνευματικούς και θεοφόρους, ή μάλλον θεούς, θα μας επαναφέρει στην (προπτωτική) δόξα και θα μας αποκαταστήσει στη χάρη της διοράσεως, οπότε και θα μάθομε καθαρά πόσο κακό είναι να κρίνομε χωρίς να έχομε τη δωρεά του Χριστού. Και τότε βέβαια θα κρίνομε χωρίς κίνδυνο να σφάλομε και με ευθύτητα.

63. Εξαρχής ο Θεός αξίωσε τον Ισραήλ μεγάλης βοήθειας και πολλής και θαυμαστής φροντίδας και τον είχε κληρονομική μερίδα Του(Δευτ. 32, 9) περισσότερο από όλους τους ανθρώπους. Τα μεγάλα όμως και εξαίσια έργα βοήθειας και φροντίδας που κάνει ο Θεός στους κατά Χριστόν πιστούς υπερβαίνουν τόσο πολύ τα όσα έκανε στον Ισραήλ, όσο είναι ανώτερη η ψυχή από το σώμα· και τόσο επισκιάζουν τα όσα έγιναν τότε, όσο επισκιάζει και κρύβει τα άστρα ο ήλιος· και τόσο ανώτερα είναι τα έργα στους Χριστιανούς από τα έργα στους Ισραηλίτες, όσο ανώτερο είναι το σώμα από τη σκιά του. Γιατί εκείνα ήταν σκιά πραγματικά μπροστά στα δικά μας, αν κανείς θέλει να εμβαθύνει. 

Εκεί ήταν ο Φαραώ, ο πικρός και ανελέητος κυρίαρχος, και οι εχθρικοί επιστάτες(Έξ. 1, 8-11), εικόνες του σατανά και της συμμορίας του, που δεν προξενούν αλύπητα κακώσεις σωματικές, αλλά θλίβουν πρόθυμα και αδίστακτα την ίδια την ψυχή. Εκεί ο Μωυσής οδηγούσε το λαό του Θεού, ενώ σ' εμάς —τί ασύγκριτη υπεροχή!— αυτός ο αληθινός Υιός και ενυπόστατος Λόγος του Θεού, πολύ, άπειρα ανώτερος από τον παλαιό Νόμο. Εκεί ράβδος(Έξ. 7, 9 και 20· 8, 2 κ.α.), εδώ σταυρός: το ξύλινο ραβδί παραδόξως, αλλάζοντας μορφή σε φίδι, κατέτρωγε τα φίδια(Εξ. 7, 12)· και ο σταυρός, που ήταν όργανο κακίας, έγινε όργανο τόσης αγαθοσύνης, σαν να άλλαξε, και αποδείχθηκε καταστροφέας των δαιμόνων. 

Λεηλατούν εκεί οι Ισραηλίτες την Αίγυπτο και παίρνουν μαζί τους χρυσό και άργυρο και πολυτελή ενδύματα(Έξ. 12, 35-36); Βλέπομε κι εμείς πόσο κάνομε το ίδιο κρυφά μέσα στο νου μας, μεταφέροντας την αισθητή καλλονή από την αμαρτία στο Θεό. Πύρινος στύλος νεφέλης εκεί οδηγούσε κατευθείαν στη θάλασσα τους Ισραηλίτες(Έξ. 13, 21-22). Εδώ όραση Θεού και πύρινος έρωτας Αυτού, όταν φτάνει ο πιστός και θεωρητικός νους σε αδιάκοπα δάκρυα, μέσα στα οποία χάνεται και πεθαίνει κάθε εχθρική επιβουλή, ενώ ο νους έχει περάσει απέναντι, όπως τότε, μετά το πέρασμα της θάλασσας από τους Ιουδαίους, ο Φαραώ και το στράτευμά του χάθηκαν στη θάλασσα με θαυμαστό τρόπο. 

Και γενικά, αν εξετάσει κανείς όσα έγιναν τότε στους Ιουδαίους, θα δει ότι είναι σκιά και τύπος αυτών που γίνονται τώρα στους αληθινούς Χριστιανούς. Αν θέλεις λοιπόν να διαγνώσεις πόσο μεγάλη διαφορά υπάρχει ανάμεσα σ' εμάς και τους Ιουδαίους πιο συνοπτικά και πιο ανάγλυφα, να θυμάσαι τη διδασκαλία του παλαιού Νόμου και του νέου, που αρμόζει στους Χριστιανούς, και δε θα λαθέψεις στη διάγνωσή σου. Ο παλαιός διδάσκει για δημιουργήματα και μάλιστα ορατά, ότι βέβαια έγιναν από το Θεό, και λέει: «Στην αρχή δημιούργησε ο Θεός τον ουρανό και τη γη και τα λοιπά»(Γέν. 1, 1 κ.ε.). 

Η διδασκαλία όμως των Χριστιανών μιλάει όχι μόνο για τα πάνω από τα αισθητά, αλλά και τα πάνω από τα νοητά κτίσματα, ή μάλλον και πάνω από τα άκτιστα νοητά, λέγοντας: «Στην αρχή ήταν ο Λόγος, και ο Λόγος ήταν με το Θεό, και ο Λόγος ήταν Θεός»(Ιω. 1, 1). Η διδασκαλία των Ιουδαίων λέει: «Είπε ο Θεός· ας δημιουργήσομε τον άνθρωπο σύμφωνα με την εικόνα μας και με τη δυνατότητα της ομοιώσεως»(Γέν. 1, 26), ενώ των Χριστιανών λέει: «Ο Λόγος έγινε άνθρωπος και έμεινε ανάμεσά μας»(Ιω. 1, 14). 

Εκείνη λέει: «Και ας έχουν την εξουσία των ψαριών της θάλασσας και των πτηνών του ουρανού και των ζώων όλης της γης»(Γέν. 1, 26). Η δική μας λέει: «Και από το δικό Του πλούτο πήραμε όλοι εμείς»(Ιω. 1, 16). Εκεί λέει: «Είπε ο Θεός, να γίνει φως»(Γέν. 1, 3). Εδώ λέει: «Αυτός που είπε να λάμψει από το σκοτάδι φως, Αυτός έλαμψε μέσα στις καρδιές μας»(Β΄ Κορ. 4, 6). Έχει λοιπόν κανείς τη δυνατότητα, αφού προσέξει τις δύο διδασκαλίες που είπαμε, να διαπιστώσει πόσο υπερέχουν και πόσο ασυγκρίτως ανώτερα είναι όσα οι Χριστιανοί έλαβαν από το Θεό από όσα καλά έλαβαν οι Ιουδαίοι, και θα πει αληθινά ότι αυτά είναι σκιά και τύπος σε σχέση με την υπερφυσικότατη αλήθεια των Χριστιανών ή μάλλον του Χριστού. 

Και θα υμνήσει και θα δοξάσει ανάλογα τη θεία χάρη και πρόνοια, πώς από τη σκιά και τον τύπο ανέβασε ήρεμα τον άνθρωπο στο υπερούσιο έλεος των υπερκοσμίων πραγμάτων, με τη χάρη του Ιησού Χριστού του Κυρίου μας.

-------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
(πηγή: Φιλοκαλία των Ιερών Νηπτικών, μεταφρ. Αντώνιος Γαλίτης, εκδ. Το περιβόλι της Παναγίας, 1986, ε΄τόμος, σελ. 189-195).


1 σχόλιο:

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.

Στηρίξτε......

  • Η σαλάτα του Νεοέλληνα - Δεν θέλω να μπω στο γαϊτανάκι του πολέμου που (για ακόμα μια φορά σε αυτή τη χώρα) έχει ξεσπάσει σχετικά με την επικείμενη συμφωνία των Πρεσπών, μα δεν μπο...
    Πριν από 5 χρόνια